Με κάθε μεγαλοπρέπεια έγιναν τα εγκαίνια του Ιερού ναού του Αγίου Εφραίμ του νέου ,στο δημοτικό διαμέρισμα Τημενίου του δήμου Άργους -Μυκηνών , από τον Μητροπολίτη Αργολίδος κ. Νεκτάριο το Σάββατο 25 Απριλίου 2015. Οι εορτασμοί ξεκίνησαν από το απόγευμα της Παρασκευής όπου έγινε η υποδοχή των Ιερών Λειψάνων από τον Επίσκοπο Επιδαύρου Καλλίνικο και κατόπιν τελέσθηκε αρχιερατικός εσπερινός. Ανήμερα των εγκαινίων Μητροπολίτης Αργολίδος Νεκτάριος τέλεσε τα εγκαίνια του ναού και την θεία Λειτουργία . Στην κατάμεστη από πιστούς εκκλησία ο Μητροπολίτης τόνισε την αξία της ακολουθίας των εγκαινίων ενός ναού, καθώς και για τον αγώνα που πρέπει να κάνει κάθε χριστιανός προκειμένου να ζει μία ενάρετη ζωή που θα τον ωφελεί πνευματικά τον ίδιο και τους γύρω του.
Η εκκλησία θεμελιώθηκε στις 23- 3 -1999 και τα θυρανοίξια έγιναν στις 21-2-2000 από τον μακαριστό Μητροπολίτης Αργολίδος Ιάκωβο. Χτίσθηκε εξ ολοκλήρου με δαπάνες της οικογενείας του Χ. Νανοπούλου , η οποία υπεραγαπούσε τον Άγιο Εφραιμ.
ΆΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΜΑΚΡΗΣ
O Εφραίμ λέγεται ότι έζησε μεταξύ 1384 και 1426. Είναι ένας από τους "νεοφανείς αγίους" για τον οποίο δεν υπάρχουν ιστορικά γραπτά ή άλλα ευρήματα που να τεκμηριώνουν είτε την ύπαρξη του ως ιστορικό πρόσωπο είτε την προσέγγιση ή όχι όσων διηγείται η πρόσφατη εκκλησιαστική παράδοση με πραγματικά ιστορικά συμβάντα.Τα λεπτομερή βιογραφικά στοιχεία του αποκαλύφθηκαν στη μοναχή Μακαρία Δεσύπρη σε μια σειρά από οράματα που είχε το 1950. Σύμφωνα με αυτά, το κοσμικό όνομα του Αγίου Εφραίμ ήταν Κωνσταντίνος Μόρφης. Γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1384 στα Τρίκαλα. Ήταν γιος πολυμελούς οικογένειας, η οποία για να τον γλυτώσει από το παιδομάζωμα τον έστειλε στη Μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου σε ηλικία μόλις 14 ετών. Εκεί έμεινε εως την ηλικία των 18 ετών σαν δόκιμος μοναχός. Τότε χρίστηκε μοναχός και σε λίγα χρόνια Ιερέας. Από το 1416 που κατελήφθη η Αθήνα από τους Οθωμανούς η Ιερά Μονή γνώρισε δυο καταστροφές. Κατά την πρώτη ο άγιος έτυχε να προσεύχεται σε μια σπηλιά στο βουνό αλλά στη δεύτερη στις 14 Σεπτεμβρίου του 1425 επέστρεψαν και τον βασάνισαν με ιδιαίτερη αγριότητα για οκτώμισι μήνες. Μαρτύρησε στις 5 Μαΐου 1426 σε ηλικία 42 ετών. Η μνήμη του εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 3 Ιανουαρίου (ανακομιδή λειψάνων) και 5 Μαΐου (ανάμνηση μαρτυρίου).
Εγκαίνια είναι η τελετή με την οποία καθιερώνεται και καθαγιάζεται ένας ναός και από απλό κτίσμα μεταβάλλεται σε οίκο λατρείας και προσευχής και η τράπεζά του σε ιερό θυσιαστήριο και αγία τράπεζα. Άλλωστε η ίδια η λέξη εγκαίνια φανερώνει πως ένα πράγμα από παλαιό γίνεται καινούργιο και από μη ιερό, άγιο. Η καινούργια αυτή διάσταση όσον αφορά το ναό είναι ολοκάθαρη σ' όλες τις ευχές και τα τροπάρια της ακολουθίας. Χωρίς εγκαίνια δεν είναι δυνατή η τέλεση κανενός μυστηρίου παρά μόνο με τη χρήση του Αντιμηνσίου, λινού δηλ. υφάσματος, που μπορεί να αντικαταστήσει την αγία Τράπεζα μέχρι να γίνουν κανονικά τα εγκαίνια, αφού σ' αυτό υπάρχουν τμήματα λειψάνων αγίων. Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι πως η εκκλησία από τη στιγμή που έπαψε να καταφεύγει στις κατακόμβες και να προσφέρει την αναίμακτη θυσία επάνω στους τάφους των μαρτύρων, άρχισε να καθιερώνει ναούς και μάλιστα με μεγαλοπρεπείς τελετές, όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Ευσέβιος.
Το απόγευμα της προηγούμενης ημέρας, ο Αρχιερέας μεταφέρει στον Ι. Ναό που πρόκειται να εγκαινιασθεί τα ιερά λείψανα, τα οποία εναποθέτει σ' ένα άγιο Δισκάριο, πάνω στην Αγία Τράπεζα. Το πρωί αφού τελειώσει ο όρθρος, με την ψαλμωδία σχετικών τροπαρίων γίνεται τριπλή περιφορά γύρω από το Ναό. Ο Αρχιερέας ντυμένος με λευκή στολή, σύμβολο της καθαρότητας και της αγνότητας, με ιερό δέος φέρει στο κεφάλι του τον ειδικό δίσκο με τα άγια λείψανα σκεπασμένα με το ίδιο κάλυμμα που σκεπάζονται τα θεία δώρα. Μετά την τοποθέτηση των ιερών λειψάνων στη θέση που προαναφέραμε, ο Αρχιερεύς παίρνει το δοχείο με την κηρομαστίχη και τα αρώματα, που συμβολίζουν τα μύρα με τα οποία ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας άλειψε το σώμα του Κυρίου, και τα εκχύνει στην οπή της αγίας Τραπέζης για τη στερέωση του ανεγειρομένου Τάφου. Κατόπιν τοποθετείται η πλάκα στην οπή της αγίας Τραπέζης, ενώ ψάλλονται δύο ωραίοι ψαλμοί ο 142ος «Υψώσω σε ο Θεός μου, ο Βασιλεύς μου, και ευλογήσω το όνομά σου εις τον αιώνα» σαν ευχαριστία και ανάμνηση των θαυμασίων του Θεού, και ο 22ος «Κύριος ποιμαίνει» με...», που υμνεί τη φιλανθρωπία του Θεού. Μετά την κάθαρση της αγίας Τραπέζης για τους λόγους που αναφέραμε, ραντίζει ο Αρχιερεύς το ιερό θυσιαστήριο με ροδόσταμο, με το οποίο κάνουμε την Τράπεζα να ευωδιάζει και όπως λέει ο Καβάσιλας, μ' αυτό δείχνουμε πως «φέραμε όλα όσα είναι απαραίτητα για να συμπληρώσουν την ανθρώπινη ζωή, δηλαδή φέραμε κι από τα αναγκαία κι από τα ευχάριστα κι απ' αυτά κάναμε τη θυσία μας».
Κατόπιν όπως και μετά το Βάπτισμα ακολουθεί η Χρίση με το άγιο μύρο, το οποίο φέρνει τη χάρη του Θεού στη γη. Το μύρον είναι η δύναμη του θυσιαστηρίου. Δύναμη που ενεργοποιείται, όπως τονίζει ο Καβάσιλας, με την παρουσία και τη χάρη των ιερών λειψάνων για τα οποία αναφέραμε πριν. Αφού επλύθη (εβαπτίσθη), εμυρώθη η αγία Τράπεζα, τώρα ήλθε η ώρα να βάλει τα καλά της. Αρχικά στην κάθε μια από τις τέσσερεις της γωνίες τοποθετείται ένα κομμάτι λινό ύφασμα στο οποίο είναι αγιογραφημένος κι ένας Ευαγγελιστής, επειδή η αγία Τράπεζα εικονίζει όλη την Εκκλησία στη στερέωση της οποίας συνέβαλαν οι Ευαγγελιστές, με τα Ευαγγέλιά τους. Κατόπιν τυλίγεται σταυροειδώς στην αγία Τράπεζα το πρώτο ένδυμα το λεγόμενο κατασάρκιο, σύμβολο της σινδόνης με την οποία τυλίχθηκε το σώμα του Χριστού. Στη συνέχεια τοποθετείται ο επενδύτης, η αγία ενδυτή η τραπεζόφορον κατά τον Συμεών Θεσσαλονίκης.
Είναι το βασικό άμφιο της αγίας Τραπέζης, πολυτελές σύμβολο δόξης κατά τον Συμεών, αφού κατά τον ίδιο η αγία Τράπεζα «τάφος εστι και θρόνος του Ιησού». Τέλος τοποθετείται το λεγόμενο ειλητό, το οποίο εισήχθη στους βυζαντινούς χρόνους και αργότερα αντικατεστάθη από το γνωστό Αντιμήνσιο. Λέγεται πως το ειλητό δηλώνει το σουδάριο το οποίο έφερε ο Χριστός στο κεφάλι Του το χρόνο που βρισκόταν στο μνημείο και συμβολίζει την υπέρ ημών νέκρωση και Ανάσταση του Κυρίου. Επάνω σ' αυτό τοποθετείται το ιερό Ευαγγέλιο και η τελετή τελειώνει
μύρωση και θυμίαση όλου πια του Ναού.