Μπορείτε να επικοινωνείτε στο email

studiopressbg@gmail.com

16 Ιουλίου 2015

ΚΡΙΤΕΣ

                         
                    
ΚΡΙΤΕΣ
                                                          τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη

Τό βιβλίο «Κριτές» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀνήκει στά λεγόμενα Ἱστορικά βιβλία. Ἀποτελεῖται ἀπό 21 κεφάλαια στά ὁποῖα ἐξιστορεῖται τό ἔργο τῶν Κριτῶν γιά τήν κατάκτηση καί ἑδραίωση τῶν ἰσραηλιτῶν. Ποιοί ὅμως ἦταν οἱ Κριτές καί ποιό ἦταν ἀκριβῶς τό ἔργο τους; «Οἱ Κριτές ἦταν στρατιωτικοί ἡγέτες, πού ἀναδεικνύονταν ἀπό τό Θεό γιά νά τεθοῦν ἐπικεφαλῆς τοῦ Ἰσραήλ σέ ὧρες κρίσιμες γιά τήν ἐθνική ἱστορία του καί νά τό σώσουν».[1] Τά πρόσωπα αὐτά διακρίνονταν γιά τήν εὐσέβειά τους καί τήν ἀνδρεία τους καί ἦταν προικισμένοι μέ ἰδιαίτερες σωματικές καί πνευματικές δυνάμεις. Πρόκειται γιά ἡγετικές μορφές τοῦ Ἰσραήλ πού ἀναλάμβαναν τήν διάσωση τοῦ λαοῦ ἀπό δύσκολες καταστάσεις. Μέ τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀντιμετώπιζαν τούς ἐχθρούς καί ἔσωζαν τήν χώρα ἀπό δυσκολίες.[2] Σημαντική σημείωση εἶναι ὅτι τό ἀξίωμα τους δέν ἦταν κληρονομικό. Στό βιβλίο ἀπαντοῦν δώδεκα Κριτές, μεγάλοι καί μικροί, ἀνάλογα μέ τίς μικρές ἤ μεγαλύτερες διηγήσεις πού ἀναφέρονται. Μεγάλοι εἶναι οἱ Γοθονιήλ, Ἀώδ, Δεββώρα, Γεδεών, Σαμψών καί Ἰεφθάε καί Μικροί  οἱ Σαμεγάρ, Θωλά, Ἰαείρ, Ἀβαισάν, Αἰλώμ καί Ἀβδών.[3]

Θέλοντας νά ἀποτυπώσουμε συνοπτικά τήν κατάσταση στά χρόνια τῶν Κριτῶν θά λέγαμε ὅσα λέει ὁ καθηγητής Καλαντζάκης: « Οἱ ἰσραηλίτες, μετά τήν ἐγκατάστασή τους στήν Χαναάν καί τήν ἐπαφή τους μέ τούς εἰδωλολάτρες κατοίκους της, υἱοθετοῦν τίς συνήθειές τους, ἔρχονται σέ ἐπιγαμίες μαζί τους καί προσκολλοῦνται στήν λατρεία τῶν θεοτήτων τους. Ἡ συμπεριφορά αὐτή προκαλεῖ τήν ὀργή τοῦ Γιαχβέ, ὁ ὁποῖος, γιά νά τούς τιμωρήσει, τούς παραδίδει στήν καταπίεση τῶν ἐχθρῶν τους. Τό ἔλεός του ὅμως γι᾽αὐτούς ὑπερισχύει καί ἡ τιμωρία τους αἴρεται μέ τή παρέμβαση τῶν Κριτῶν.
Γιά ἕνα διάστημα λοιπόν, ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλο οἱ Κριτές ἐπιλέγονται ἀπό τό Θεό γιά νά σώσουν τόν Ἰσραήλ ἀπό τήν ἐχθρική ἐπιβουλή, ὅταν αὐτός ἐκτρέπεται στήν εἰδωλολοτρία καί ὑφίσταται τήν ἴδια τιμωρία. Ὅσο χρόνο διαρκεῖ ἡ παρουσία τοῦ κριτή, ὁ λαός ζεῖ εἰρηνικά καί σύμφωνα μέ τό θεῖο νόμο.  Μόλις ὅμως πεθάνει, ὀλισθαίνει ἐκ νέου στήν ἀποστασία. Αὐτή ἡ κατάσταση, τῆς ἐμμονῆς δηλ. στήν παραβίαση τῆς Διαθήκης, ἐξαντλεῖ τήν ἀνοχή τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τήν τερματίζει μέ τήν ἀπόφασή του νά ἐπιτρέψει τήν παραμονή τῶν εἰδωλολατρῶν στή Χαναάν ἀντί νά τούς διώξει, γιά νά δοκιμάσει μέσω αὐτῶν τήν πιστότητα τοῦ λαοῦ του».[4]
Μέ αὐτήν  τήν σύντομη ἀλλά κατατοπιστική προσέγγιση περί τῶν Κριτῶν, μποροῦμε τώρα νά προχωρήσουμε στόν χρονικό προσδιορισμό  τῆς περιόδου δράσης τους  ὅπου ἐντοπίζεται μεταξύ τοῦ 1200 καί 1020 π.Χ. Ὠστόσο τά χρονολογικά δεδομένα πού ἀναφέρονται στό βιβλίο ἐκτείνουν τά γεγονότα σέ 410 ἔτη ὡς χρονικά ὅρια τῆς ἐποχῆς τῶν Κριτῶν. Εἶναι βέβαιο ὅτι τό ζήτημα θά ἀπασχολήσει τούς εἰδικούς καί στό μέλλον.[5]
Ἀλλά καί ὡς πρός τόν συγγραφέα τοῦ βιβλίου ὑπάρχει ἀμφιβολία, μέ ἐπικρατέστερη ἄποψη αὐτήν πού ὑποστηρίζει τόν προφήτη Σαμουήλ.[6]
Τό πιό ἐνδιαφέρον ὅμως μέρος κάθε βιβλίου τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι αὐτό καθεαυτό τό περιεχόμενό του, ἡ διδασκαλία του. Ἔτσι, γιά τό βιβλίο τῶν Κριτῶν δύο εἶναι τά σημαντικά σημεῖα πού πρέπει ὁπωσδήποτε νά σταθοῦμε. Τό πρῶτο, τό συναντήσαμε καί στό βιβλίο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, ἀφορᾶ στήν θεολογική προσέγγιση τῶν ἱστορικῶν γεγονότων τῆς ἐποχῆς καί τό δεύτερο στήν πνευματική ἐπιβολή τῆς θρησκείας τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ στήν εἰδωλολατρία.
Ὡς πρός τό πρῶτο θέμα θά πρέπει νά λάβουμε ὑπόψιν μας ὅτι τά ἱστορικά γεγονότα τῆς ἐποχῆς τῶν Κριτῶν, ὅπως καί κάθε ἐποχῆς, δέν εἶναι τυχαῖα. Ὁ Θεός κατευθύνει τήν ἱστορία  μέ σκοπό τήν ἐκπλήρωση τοῦ σχεδίου Του. Δέν βρίσκεται ἀπαθής στά συμβαίνοντα στόν κόσμο ἀλλά κανείς δέν μπορεῖ μέ βεβαιότητα νά ἑρμηνεύσει τίς βουλές Του. Πάντως τό σχῆμα πού ἀπαντᾶ στήν σχέση Θεοῦ καί ἰσραηλιτῶν, ἀλλά καί γενικότερα Θεοῦ καί ἀνθρώπων, εἶναι τό γνωστό «ἁμαρτία-τιμωρία, μετάνοια-σωτηρία».[7] Ἔτσι, παρατηροῦμε ὅτι ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ λαοῦ ἀπό τήν πραγματική λατρεία τοῦ Θεοῦ καί ἡ προσκόλλησή του στήν εἰδωλολατρία ἀκολουθεῖται ἀπό τιμωρία. Ὅταν ὅμως στήν συνέχεια ὁ λαός ζητᾶ μετανοημένος τήν συγχώρεση ἀπό τόν Θεό, τοῦ προσφέρεται ἁπλόχερα. Βρίσκεται πάντα πρόθυμος σέ βοήθεια τήν ὁποία προσφέρει μέσω ἐκλεγμένων προσώπων ἀπό τόν Ἴδιο καί ἐν προκειμένῳ μέσω τῶν Κριτῶν.
Τό δεύτερο σημαντικό ζήτημα πού βλέπουμε στό βιβλίο τῶν Κριτῶν εἶναι ἡ πνευματική ἐπιβολή τῆς θρησκείας τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ στήν εἰδωλολατρία. Οἱ ἰσραηλίτες ἔχουν ἐγκατασταθεῖ στήν Χαναάν ἀλλά ὄχι ἀκόμα πλήρως. Πρέπει νά ἑδραιωθοῦν καί νά καταστοῦν ἕνα ἑνιαῖο κράτος. Αὐτό ὅμως δέν ἦταν μόνο θέμα ἐδαφικό ἀλλά κυρίως πνευματικό, ἰδεολογικό. Χρειάζεται λοιπόν τά ἤθη καί τά ἔθιμα, οἱ θρησκευτικές καί ἠθικές ἀξίες νά λειτουργήσουν καί νά ἑνώσουν τόν λαό. Ἐξ αὐτῶν κυρίως ἡ θρησκεία ἀποτελεῖ τόν συνεκτικό δεσμό γιά τήν ἑνότητα αὐτή.
 Ποιά ὅμως εἶναι ἡ βασική θεολογική ἰδέα πού συναντᾶμε; Ὁ Θεός πού εἶναι ὁ Θεός τῶν Πατέρων τους, ὁ Θεός τῆς Διαθήκης τοῦ Σινᾶ, ὁ Θεός πού ἔθρεψε τό λαό στήν ἔρημο ὁμοιάζει Θεός ζηλωτής πού δέν ἀνέχεται ἄλλον ἀντίζηλο,  οὔτε μπορεῖ νά ταυτιστεῖ μέ ἄλλον Θεό. Οἱ ἀνθρωπομορφικές αὐτές ἐκφράσεις δεικνύουν τό προσωπικό καί ἔντονο ἐνδιαφέρον τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Μέ αὐτόν τόν τρόπο προσέγγιζουμε  τίς ἐκφράσεις αὐτές καί χαιρόμαστε πού ὁ Θεός βρίσκεται καί θά βρίσκεται τόσο κοντά μας καί τότε καί τώρα καί στούς ἀτελεύτητους αἰῶνες.
Τέλος, ἡ Ἐκκλησία κάνει χρήση τοῦ βιβλίου τῶν Κριτῶν, ὅπως γιά παράδειγμα τῆς περικοπῆς γιά τήν κλήση τοῦ κριτή Γεδεών.[8] Γιά τήν μελέτη τῶν Πατέρων καί ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων περί τοῦ θέματος μπορεῖ ὁ ἐνδιαφερόμενος νά μελετήσει τούς: Θεοδώρητο Κύρου,[9] Προκόπιο Γάζης,[10] Θεόδωρο Πρόδρομο[11] καί Ὠριγένη.[12]





[1] Σ. Καλαντζάκη, Είσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σ.387.
[2] Σ. Καλαντζάκη, Είσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σ.388.
[3] Συνδεόμενοι μέ τό ἔργο τῶν Κριτῶν εἶναι οἱ Βαράκ καί Ἀβιμέλεχ πού δέν εἶναι ὅμως οἱ ἴδιοι Κριτές.
[4] Σ. Καλαντζάκη, Εἰσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σ.388.
[5] Βλ. Π. Μπρατσιώτου, Εἰσαγωγή εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην, Ἀθῆναι 1993, σσ. 165-167.
[6] Βλ. Π. Μπρατσιώτου, Εἰσαγωγή εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην, Ἀθῆναι 1993, σσ. 160-162.
[7] Σ. Καλαντζάκη, Εἰσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σ.395.
[8] Κρ. 6,11-24.
[9] PG 80, 485-518.
[10] PG 87, 1041-1086.
[11] PG 133, 1137-1146.
[12] PG.12, 949-990.

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναγνώστες