Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ
τοῦ
ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη
Τό ἕκτο κατά σειρά βιβλίο τῆς Ἁγίας
Γραφῆς εἶναι τό ὀνομαζόμενο «Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ». Ἄν θέλουμε νά εἴμαστε ἀκριβολόγοι
θά λέγαμε ὅτι ἡ ἔκφραση «τοῦ Ναυῆ» ὡς προσδιορισμός τοῦ πατρώνυμου τοῦ Ἰησοῦ
δέν εἶναι σωστός ἐξαιτίας ἀντιγραφικοῦ σφάλματος. Τό σωστό θά ἦταν «Ἰησοῦς τοῦ
Νοῦν».[1]
Πέραν ὅμως αὐτῆς τῆς παρατήρησης, τό ὄνομα «Ἰησοῦς» μεταφράζεται ὡς «σωτήρας».
Ὁ Ἰησοῦς εἶναι
μιά σημαντική προσωπικότητα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ ὁποῖος διαδέχθηκε τόν Μωυσῆ
στήν ἡγεσία τοῦ Ἰσραήλ. Βρισκόταν μαζί του στά δύσκολα χρόνια τῆς παραμονῆς τῶν
Ἰσραηλιτῶν στήν ἔρημο καί ἀξιώθηκε μόνος του (μετά τόν θάνατο τοῦ Μωυσῆ) νά
τούς ὁδηγήσει καί στήν συνέχεια νά τούς ἐγκαταστήσει στήν γῆ Χαναάν. Στό βιβλίο
γίνεται ἀναφορά στά γεγονότα ἀπό τόν θάνατο τοῦ Μωυσῆ μέχρι τόν θάνατο τοῦ ἴδιου
τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ. Ἐκτός τῆς ἐγκατάστασης στήν Χαναάν τῶν ἰσραηλιτῶν στό
βιβλίο περιγράφεται καί ὁ τρόπος διανομῆς τῆς περιοχῆς μεταξύ τῶν φυλῶν.
Τό περιεχόμενο
τοῦ βιβλίου ξεδιπλώνεται σέ 24 κεφάλαια καί ὡς πρός τήν δομή τους διαιροῦνται
σέ δύο κυρίως μέρη (κεφ.1-12 καί 13-24). Στό πρῶτο μέρος ἀναφέρονται τά σχετικά
μέ τήν κατάκτηση τῆς Χαναάν ἐνῶ στό δεύτερο καταγράφεται ἡ διανομή τῆς περιοχῆς
σέ κάθε φυλή. Τό βιβλίο κατακλείεται μέ τούς τελευταίους παραινετικούς λόγους
τοῦ Ἰησοῦ πρός τό λαό καί μέ τήν ἀνανέωση τῆς διαθήκης τοῦ λαοῦ μέ τόν Θεό του.
( κεφ.23,1-24,33).
Ὡς πρός τήν ἑνότητά
του ἔχει ὑπάρξει ἀπό τούς εἰδικούς διχογνωμία. Κάποιοι τοποθέτησαν τό βιβλίο ἑνωποιημένο
μέ τήν Πεντάτευχο δημιουργώντας μία «Ἐξάτευχο».[3] Ὅμως ἡ
προσπάθεια αὐτή ἔχει πλέον ἐγκαταλειφθεῖ. Κοινός τόπος ὅμως εἶναι ἡ ἀλήθεια ὅτι
τό κείμενο τοῦ βιβλίου ἔχει ὑποστεῖ ἐξεργασία ἀπό ἕναν δευτερονομιστή συντάκτη.[4] Συγγραφέας τοῦ
κειμένου πιθανόν νά εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς, ἄν καί αὐτό ἀμφισβητεῖται ἐξαιτίας
τῶν ἀναφορῶν σέ γεγονότα πού ἕπονται τοῦ θανάτου του. Ἔτσι, ἔχει ὑποτεθεῖ ὅτι
συντάκτης τοῦ βιβλίου μπορεῖ νά εἶναι ἕνας στενός του συνεργάτης πού ὅμως μέ σιγουριά
ἦταν αὐτόπτης καί αὐτήκοος τῶν γεγονότων πού περιγράφονται.[5] Πάντως τό ἴδιο
τό βιβλικό κείμενο μαρτυρεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ ἔγραφε « τά ρήματα ταῦτα εἰς βιβλίον…».[6] Τό κείμενο
γράφτηκε κοντά στά ἔτη πού πραγματοποιοῦνται τά γεγονότα καί ἄρα πρόκειται γιά
τά τέλη τοῦ 13ου αἰώνα π.Χ.
Πρίν τήν
καταγραφή τῶν θεμάτων πού περιγράφονται στό βιβλίο, πού ἔχουν καί τό μεγαλύτετο
ἐνδιαφέρον γιά τούς περισσότερους, κρίνεται ἐπιβεβλημένο νά δοθεῖ μιά ἐξήγηση
σέ αὐτούς πού σκανδαλίζονται γιά τίς ἀναφορές στό βιβλίο περί πολέμων, ἐχθροπραξιῶν,
βίας κτλ.[7] Πράγματι ὅταν
κάποιος διαβάσει τό βιβλίο στό ὁποῖο ἀναφερόμαστε θά μπεῖ στήν φυσική
διαδικασία τῆς σκέψης περί τῶν «ἱερῶν» πολέμων καί τῆς βίας πού περιγράφονται.
Δέν ὑπάρχει κατά τήν γνώμη μας καλύτερη προσέγγιση ὡς πρός αὐτά, παρά ἐκεῖνα πού ἀναφέρει ὁ καθηγητής Σταύρος
Καλαντζάκης στό σπουδαῖο βιβλίο του «Εἰσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, τά ὁποῖα καί
παραθέτουμε αὐτολεξεί: « Ἐδῶ ὅμως πρόκειται γιά μιά ἱστορία, ὅπου
κυριαρχοῦν οἱ πολεμικές ἐπιχειρήσεις γιά τήν κατάκτηση τῆς Χαναάν καί οἱ αἱματηρές
συγκρούσεις τῶν ἰσραηλιτῶν μέ τούς χαναναίους, πού τίς διέπει ἕνα πνεῦμα «ἱεροῦ
πολέμου». Αὐτό τό πνεῦμα σήμερα τίς εὐαίσθητες συνειδήσεις καί δημιουργεῖ ἠθικά
προβλήματα σ᾽αὐτούς πού ἀδυνατοῦν νά το συμβιβάσουν μέ τό εἰρηνικό τῆς
Κ.Διαθήκης. Διότι συμβαίνει, πράγματι, τό ἴδιο τό βιβλίο νά δικαιολογεῖ τόν
πόλεμο, πού προκαλεῖ κατόπιν θείας ἐντολῆς ὁ ἰσραηλιτικός λαός ἐναντίον τῶν
χαναναίων, οἱ ὁποῖοι γίνονται θύματα μιᾶς βίαιης καί ἐνίοτε ἀνελέητης ἐξόντωσης
κατά τήν διάρκειά του.
Οἱ διάφορες ἐξηγήσεις
πού δίδονται ἐν προκειμένω γιά τήν ἔννοια
τοῦ πολέμου, ὡς πράξης πού λαμβάνει χώρα σέ ἀπόμακρη καί σκληρή ἐποχή ἤ πού ὑποκρύπτει
ἕναν ἀλληγορισμό κλπ., δέν αἴρουν τίς ἠθικές δυσκολίες. Κάτι τέτοιο μπορεῖ νά
συμβεῖ μόνον, ἄν γίνει κατανοητό ὅτι ὁ Γιαχβέ ἀποκαλύπτεται ὄχι μέ ἀφηρημένες
καί θεωρητικές ἰδιότητες, ἀλλά μέ τά ἱστορικά γεγονότα, τά ὁποῖα κατ᾽ἀνάγκη ἐμπεριέχουν
τή χρήση τῆς βίας καί τῆς αἱματοχυσίας. Γιατί πῶς ἀλλιῶς, μπορεῖ νά ρωτήσει
κανείς, ἦταν δυνατό νά κατακτηθεῖ ἡ Χαναάν ἀπό τό λαό τῆς Διαθήκης; Μέ ποιόν ἄλλον τρόπο μποροῦσε νά
συγκρουσθεῖ ὁ Γιαχβισμός μέ τό Βααλισμό τῶν χαναναίων καί τίς εἰδωλολατρικές
παραφυάδες του;
Ἐξάλλου εἶναι γνωστό ὅτι ὁ Γιαχβέ ἀποκαλύφθηκε
στόν Ἰσραήλ καί τόν κατέστησε περιούσιο λαό του πολεμώντας ἐναντίον τῶν αἰγυπτίων
καί ἀπελευθερώνοντάς τον ἀπό τήν δουλεία τους. Ὡς πολεμιστή Θεό λοιπόν τόν
γνωρίζουν καί σ᾽αὐτή τήν ὄψη τοῦ χαρακτήρα του δίδουν ἰδιαίτερη ἔμφαση οἱ ἰσραηλίτες.
Αὐτό σημαίνει ὅτι καί τά γεγονότα τοῦ βιβλίου τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ πρέπει νά ἑρμηνευθοῦν
ὑπό τό φῶς τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τήν πολεμική ἐμπειρία τοῦ λαοῦ του,
ὅπως εἶχε γίνει μέχρι τότε. Συνεπῶς ὁ πόλεμος μέ ὅλα τά ἐπακόλουθά του ἦταν
διακαιολογημένος γι᾽αὐτούς, προκειμένου νά ἐπιτύχει ὁ σκοπός τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί
γνώριζαν καλῶς ὅτι ἡ Χαναάν ἦταν ἡ γῆ πού τούς ὑποσχέθηκε ὡς δῶρο γιά τήν
πιστότητά τους. Ἦταν δική του γῆ καί μόνον αὐτός ἀγωνιζόμενος πρός χάριν τους
θά τούς ἐξασφάλιζε τήν ἀπόκτησή της.
Ὁ ἰδιόμορφος αὐτός
χαρακτήρας τοῦ βιβλίου πρέπει νά θεωρεῖται σέ σχέση πάντοτε μέ τό ἱστορικό καί
πολιτιστικό ἐπίπεδο τῆς ἐποχῆς του καί σέ συνδυασμό μέ τήν σαφή θρησκευτική
προκατάληψη πού διέπει τό πνεῦμα της. Ὁ κίνδυνος πού ἀπειλοῦσε τήν Γιαχβική
θρησκεία ἀπό τήν ἀπαφή της με´τήν εἰδωλολατρία ἦταν ἄμεσος καί ἔπρεπε ν᾽ἀντιμετωπισθεῖ
δυναμικά. Ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου εἶναι πεπεισμένος ὅτι μόνον ἡ ἴδια τακτική,
δηλ. τοῦ πολέμου, μποροῦσε νά περισώσει καί νά διαφυλάξει τήν ὑπόσταση τοῦ ἔθνους
του».[8] Ἡ ἄρτια αὐτή
τοποθέτηση τοῦ καθηγητοῦ τοποθετεῖ τά πράγματα στήν σωστή τους βάση καί ἀπαντᾶ
στόν λανθασμένο τρόπο προσέγγισης ὁρισμένων στά βιβλικά γεγονότα. Πράγματι, ἄν ἀναζητήσει
κάποιος στό διαδίκτυο τούς πολέμους πού περιγράφονται στό βιβλίο Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ
θά ἀντιληφθεῖ τήν στρατηγική ὡς μόνη προσέγγιση ἐπί τῶν γεγονότων. Τήν
παρουσίαση τοῦ Ἰησοῦ ὡς ἀδίστακτης, πολεμοχαροῦς, ὑπερφίαλης πολιτικῆς ἤ
στρατιωτικῆς προσωπικότητας. Πρόκειται γιά προσέγγιση καθαρά ἱστορική, καί κατά
τήν γνώμη μας λανθασμένη, ἀφοῦ μέ βάση αὐτήν ὁ Θεός βρίσκεται ἀδιάφορος γιά
τούς ἄνθρώπους καί τήν πορεία τῆς ζωῆς τους.
Στήν συνέχεια
μποροῦμε νά καταγράψουμε τά βασικά θέματα πού ἀναπτύσσονται στό βιβλίο.
Α) Ἡ ἔννοια τοῦ
«ἱεροῦ πολέμου» στόν Ἰσραήλ.
Ἡ ἔννοια τοῦ πολέμου στόν Ἰσραήλ
παρουσιάζεται ὡς ἐπιτακτική ἀνάγκη, ὡς ἀναγκαῖο κακό μέ δύο βάσεις. Ὡς ἀποτέλεσμα
τοῦ ἐνστίκτου τῆς ἀνασφάλειας πού διακατέχει τόν ἰσραηλίτη γιά τήν ἐξασφάλιση
μόνιμης κατοικίας καί ὡς ὑπόσχεση ἐκπλήρωσης τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ γιά τήν
κληρονομία τῆς γῆς τῆς ἐπαγγελίας. Μέ βάση αὐτά ἐξηγεῖται ἡ σκληρότητα στούς ἀγῶνες
τῶν ἰσραηλιτῶν κατά τῶν χαναναίων πού ἐκδηλώνονται μέ πράξεις φανατισμοῦ καί
βίας. Μέ τήν ἔννοια αὐτῆ μιλοῦμε περί «ἱεροῦ πολέμου», μιᾶς ἔκφρασης πού στίς
μέρες μας ἀκούγεται καί εἶναι ἀποκρουστική. «Πάντως
ὁ «ἱερός πόλεμος», ὅπως περιγράφεται στό βιβλίο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, ἀλλά καί σ᾽ἐκεῖνα
τῶν Κριτῶν καί τῶν Βασιλειῶν, γιά νά κατανοηθεῖ πρέπει νά ἑρμηνευθεῖ ὑπό τό φῶς
τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τήν πολεμική ἐμπειρία τοῦ περιούσιου λαοῦ. Αὐτή
τήν ἐμπειρία εἶχε ἀποκτήσει μέ τήν δυναμική ἐπέμβαση τοῦ Γιαχβέ κατά τήν ἔξοδό
του ἀπό τήν Αἴγυπτο καί μέ αὐτή λογικά ἔπρεπε νά πορευτεῖ κατόπιν ὥς τό τέλος
τοῦ προορισμοῦ του. Ἄλλο τρόπο, ἐκτός ἀπό τόν πόλεμο γιά νά γθάσει στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας
καί νά ἐπιτευχθεῖ τό σωτηριῶδες θεῖο σχέδιο, δέν μποροῦσε νά φαντασθεῖ».[9]
Ἕνα
ἀκόμα σημαντικό θέμα στό βιβλίο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ εἶναι ἡ συνέπεια πού δείχνει
ὁ Θεός γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν ἐπαγγελιῶν του. Στό βιβλίο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ
βλέπουμε νά ἐκπληρώνεται αὐτό πού εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Θεός στούς Πατριάρχες.
Διαβάζουμε: « καί ἔδωκε Κύριος τῷ Ἰσραήλ
πᾶσαν τήν γῆν, ἥν ὤμοσεν δοῦναι τοῖς πατράσιν αὐτῶν καί κατεκληρομόμησαν αὐτήν
καί κατώκησαν ἐν αὐτῇ».[10] Ἀπό τήν Αἴγυπτο
μέχρι τήν στιγμή αὐτή τῆς καταλήψεως τῆς γῆς τους βρισκόταν πάντα δίπλα τους. Αὐτή
ἡ χώρα πού τώρα καταλαμβάνουν ἀποτελεῖ μιά κληρονομιά τους καί ὀνομαζόταν «κληρονομία τοῦ Κυρίου». Παρατηρεῖται
λοιπόν πιστή τήρηση τῶν ὅσων εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Θεός ἀλλά δέν βλέπουμε τό ἴδιο νά
συμβαίνει ἀπό τήν μεριά τοῦ λαοῦ. Αὐτό ὅμως ζητᾶ στόν λόγο του πρός τούς
συμπατριῶτες του ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ στά τελευταῖα κεφάλαια τοῦ βιβλίου του. Τούς
προτρέπει τώρα μέ τήν ἐγκατάστασή τους νά μήν προσκολληθοῦν στά εἴδωλα καί
παραγκωνίσουν τήν Πίστη τῶν Πατέρων τους.[11] Χρησιμοποιεῖ
μιά πολύ παραστατική εἰκόνα γιά τό ζήτημα αὐτό. Λέει ὅτι οἱ ἔχθροί τοῦ ἔθνους
τους θά μετατραποῦν σέ καρφιά γιά τίς φτέρνες τους καί ἀγκάθια γιά τά μάτια
τους.[12]
Τό
ἐπόμενο θέμα πού μπορεῖ νά ἐντοπιστεῖ στό βιβλίο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ εἶναι ὁ
τρόπος πού ἔβλεπαν οἱ ἰσραηλίτες τόν Θεό. Στό βιβλίο αὐτό ἔχουμε μιά διαφορετική
προσέγγιση τοῦ συγγραφέα. Βλέπουμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι Κύριος ὅλης τῆς γῆς. Εἶναι ἅγιος
καί ζηλωτής καί ἰδιαίτερα προσδιορίζεται ὡς Θεός τοῦ Ἰσραήλ. Ἐμφανίζεται ὡς «ἄνθρωπος
πολέμου» ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ τόν λαό Του, τοῦ ἀπακαλύπτεται, τόν προφυλάσσει, τόν
τοποθετεῖ στήν χώρα πού ρέει μέλι καί γάλα. Ἐμφανίζεται νά σκληραίνει τήν
καρδιά τῶν ἐχθρῶν τους χαναναίων, ἐνῶ τούς ἴδιους τούς εὐλογεῖ.
Τό
βιβλίο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ χρησιμοποιεῖται στήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολή καί στήν Ἐπιστολή
τοῦ Ἰακώβου ἐνῶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας βλέπουν τόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, ἐξαιτίας τῆς
πλήρους ἀφοσιώσεως του, ὡς εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Μέ αὐτήν τήν προσέγγιση ὁ πρῶτος
ἡγήθηκε τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ ἐνῶ ὁ δεύτερος τοῦ Νέου Ἰσραήλ. Στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας
καί ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς μπορεῖ νά ἀναζητήσει κανείς πληροφορίες γιά τόν Ἰησοῦ
τοῦ Ναυῆ. Γι᾽ αὐτόν ἔγραψαν οἱ: Ὠριγένης,[13] Θεοδώρητος
Κύρου[14] καί Προκόπιος
Γάζης.[15]