Η Διοίκηση του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Ναυπλίου - Ερμιονίδος πραγματοποίησε ημερίδα την Τετάρτη 22 Ιουνίου με θέμα: «Συντάξεις – Εργασιακές Σχέσεις » και ομιλητή τον Ομότιμο Καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Σάββα Ρομπόλη.
Αυτές τις μέρες κυκλοφόρυσε και το νέο βιβλίο του κ. Ρομπόλη με τίτλο η "Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΑΠΟΔΙΑΡΘΡΩΣΗ, ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΤΩΝ ΓΕΝΕΩΝ ΚΑΙ ΜΙΑ ΛΥΣΗ" απο τις εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ.
Το ενδιαφέρον του βιβλίου επικεντρώνεται στην ανάλυση και κατανόηση των συνθηκών εξέλιξης καθώς και των ασκούμενων πολιτικών κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα, προκειμένου να αναδειχθεί ο βαθμός σύζευξης του "οικονομικού" με το "κοινωνικό" στοιχείο της αναπαραγωγικής λειτουργίας, σε συνδυασμό και με το επίπεδο της συλλογικής και κοινωνικής ευθύνης που αναπτύχθηκε στην παροχή των κοινωνικών υπηρεσιών στη χώρα μας.
Στις επιδιώξεις του βιβλίου εντάσσονται τόσο η ανάδυση της σημερινής δυσμενούς και αδιέξοδης κατάστασης του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης (ΣΚΑ), όπως αυτή έχει διαμορφωθεί ιδίως από την εφαρμογή (2010 - 2016) των μνημονιακών πολιτικών, όσο και η διατύπωση, με αναλογιστική τεκμηρίωση, εναλλακτικών πολιτικών για τη μακροχρόνια οικονομική βιωσιμότητα και την κοινωνική αποτελεσματικότητα του ΣΚΑ, ώστε η κοινωνική ασφάλιση να εισέλθει στη δεκαετία του 2020 ισχυρή και ικανή να απορροφήσει, μεταξύ άλλων, τις συνέπειες των δυσμενών (baby room) δημογραφικών εξελίξεων. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Ο κ. Ρομπόλης τόνισε μεταξύ άλλων:
Σε βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας εξελίσσεται το ασφαλιστικό στην Ελλάδα, παρά τις σοβαρές μειώσεις των συντάξεων, τις αυξήσεις στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και τη γενικότερη αποσάθρωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ασφαλιστικές επιλογές της τρόικας και των ελληνικών κυβερνήσεων κατά την περίοδο 2010-2014 επέφεραν μια μείωση (45%) των κύριων, επικουρικών συντάξεων και του εφάπαξ, επιδείνωσαν σημαντικά το βιοτικό επίπεδο των συνταξιούχων και ταυτόχρονα συνέβαλαν στην ανησυχητική μείωση του αποθεματικού κεφαλαίου της κοινωνικής ασφάλισης (4,5 δισ. ευρώ, 2013). Η συρρίκνωση αυτή επήλθε λόγω της αύξησης του αριθμού των συνταξιούχων κατά 600.000 άτομα την τελευταία πενταετία και τη μείωση των εσόδων λόγω του PSI (12,5 δισ. ευρώ), τη μείωση των μισθών (-4 δισ. ευρώ), τη μείωση της κρατικής επιχορήγησης από 18,9 δισ. το 2010 σε 8,6 δισ. ευρώ το 2015, την υψηλή ανεργία (27%) που επιφέρει απώλειες εσόδων στην κοινωνική ασφάλιση 6,5 δισ. ευρώ το 2014, την εισφοροδιαφυγή (-15 δισ. ευρώ, 2014) και τις οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία (-17,4 δισ. ευρώ, 2014).
Οι επιλογές αυτές, μείωση της δαπάνης για τα ΕΚΑΣ, νέες ενοποιήσεις με μειώσεις των επικουρικών συντάξεων και του εφάπαξ, κατάργηση των συνταξιοδοτήσεων πριν από το 62ο έτος ηλικίας, αύξηση στα 20 έτη (6.500 ένσημα) από 15 έτη (4.500 ένσημα) του ελάχιστου χρόνου ασφάλισης συνταξιοδότησης κ.λπ.)] εντάσσονται στις στρατηγικές επιλογές της τρόικας και της κυβέρνησης (μνημόνιο 1) αύξησης των συνταξιοδοτικών δαπανών κατά την περίοδο 2010-2050 κατά 2,6 εκατοστιαίες μονάδες, τη στιγμή που κατά την περίοδο αυτή ο αριθμός των συνταξιούχων θα αυξηθεί κατά 70%.
Με άλλα λόγια, είναι προφανές ότι υλοποιείται στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας ένα σχέδιο εξασφάλισης της μακροχρόνιας οικονομικής της βιωσιμότητας με μείωση των συντάξεων και του εφάπαξ η οποία μέχρι το τέλος της δεκαετίας θα ξεπεράσει το 60%, επιφέροντας στο κοινωνικό-ασφαλιστικό σύστημα μια θεσμική κακοποίηση και έναν δομικό μετασχηματισμό του χαρακτήρα του (από αναδιανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό). Με άλλα λόγια, το συστημικό κέντρο βάρους της κοινωνικής ασφάλισης μετατοπίζεται από ένα σύστημα κοινωνικής αλληλεγγύης -αναδιανεμητικό-, σε εξατομικευμένο σύστημα - κεφαλαιοποιητικό- (βασική σύνταξη, ιδιωτικά συνταξιοδοτικά σχήματα, επαγγελματική και ιδιωτική ασφάλιση).
Στην κατεύθυνση αυτή, το λανθασμένο επιχείρημα των διεθνών οργανισμών (δανειστών) και των ελληνικών κυβερνήσεων είναι ότι η ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης θα μπορούσε να συμβάλει στην αναπλήρωση των σημαντικών απωλειών των κύριων και επικουρικών συντάξεων καθώς και του εφάπαξ, παραβλέποντας ότι η ιδιωτική ασφάλιση είναι η πλέον επισφαλής «ασφάλιση», δεδομένου ότι με διαχειριστικούς όρους υψηλού κινδύνου «αξιοποιεί» τα αποθεματικά στις χρηματαγορές.
Όμως, παρά αυτές τις επισημάνσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «νίπτει τας χείρας της», υποστηρίζοντας παράλληλα ότι «η ανεργία και η γήρανση του πληθυσμού θα συντελεστούν σε τέτοια κλίμακα που, αν δεν υπάρξουν οι κατάλληλες, αποτελεσματικές και ανασχετικές παρεμβάσεις, υπάρχει ο κίνδυνος υπονόμευσης της σταθερότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Από την άποψη αυτή, αξίζει να σημειωθεί ότι η γήρανση του πληθυσμού στην Ελλάδα συμβάλλει στη σταδιακή αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών και η συσχέτισή της με το υψηλό επίπεδο ανεργίας επιδεινώνει τη δυσαναλογία εργαζόμενων- συνταξιούχων (1 προς 7), ακόμη και εάν μηδενιστεί η ανεργία στη χώρα μας. Στην Ελλάδα, σήμερα, το 14% του πληθυσμού είναι άνω των 65 ετών, ενώ προστίθενται σε αυτή την ηλικιακή κατηγορία 100.000 άτομα ανά πέντε χρόνια, με αποτέλεσμα το 2020 οι Έλληνες άνω των 65 ετών να είναι άνω του 20% του πληθυσμού, και το 2030 να είναι πάνω από το 30% του πληθυσμού (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2014). Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι, μετά το 2040, στην Ελλάδα ανακόπτεται η φυσιολογική αύξηση του πληθυσμού, ο οποίος το 2060 θα είναι 300.000 άτομα λιγότερα από ό,τι είναι σήμερα, σε βαθμό που σταδιακά να διαμορφώνεται το δημογραφικό μέλλον μιας χώρας συνταξιούχων, με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την προοπτική του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
Με άλλα λόγια, διαπιστώνεται, εκτός από την αποσάθρωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας, και η παντελής απουσία σχεδιασμού και υλοποίησης μιας ολοκληρωμένης δημογραφικής πολιτικής, ικανής να αποτρέψει τις δυσμενείς πληθυσμιακές εξελίξεις στην Ελλάδα.
Παράλληλα, διαπιστώνεται ότι οργανώνεται και θεσμοποιείται σταδιακά η ιδιωτική διαχείριση των κοινωνικών πόρων και η ατομική ευθύνη της ασφάλισης κινδύνων (κεφαλαιοποιητικό σύστημα), καθώς και η συρρίκνωση της κοινωνικής λειτουργίας της δημοκρατίας. Από την άποψη αυτή, η κοινωνία των πολιτών μεταμορφώνεται σε κοινωνία ιδιωτών (ατόμων) που λειτουργούν ως καταναλωτές των υπηρεσιών ασφάλισης των αγορών και όχι ως χρήστες συλλογικών-κοινωνικών υπηρεσιών και παροχών.
Η παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι τα κοινωνικά δικαιώματα διαχειρίζονται ως ατομικά δικαιώματα ιδιοκτησίας, ενώ οι κοινωνικές ανάγκες διαχειρίζονται σε όρους αγοράς, θεωρούμενες ως ατομική επιθυμία και όχι ως συλλογική-κοινωνική ανάγκη που το κράτος εγγυάται με νέους πόρους τη δυναμική ικανοποίησή της (Β. Κουμαριανός, 2013).
Έτσι, συντελείται η ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών κινδύνων σε όρους ατομικότητας και χρησιμότητας, και όχι σε όρους συλλογικότητας-κοινωνικότητας και ικανοποίησης των κοινωνικών αναγκών, με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για το βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων και των Ελλήνων πολιτών.