11 Απριλίου 2020

ΜΕΤΑΝΟΗΣΑΜΕ; (β)




ΜΕΤΑΝΟΗΣΑΜΕ; (β)
π. Δημητρίου Μπόκου
Η ταυτότητα της Εκκλησίας
Η εξάπλωση της λοιμικής πανδημίας επέφερε συν τοις άλλοις και το κλείσιμο των ναών από την πολιτεία και τον αποκλεισμό των πιστών από τη συμμετοχή τους στη θεία λατρεία. Αυτή είναι η χειρότερη συνέπεια του λοιμού για τον πιστό λαό του Θεού.
Ιδιαιτέρως δυσβάστακτη και επαχθής είναι η στέρηση της Θείας Κοινωνίας, του Σώματος και Αίματος του Κυρίου, το οποίο τρέφει, αυξάνει, συντηρεί και τελειοί την Εκκλησία. Πολλοί εξεγέρθηκαν, πολλές διαμαρτυρίες διατυπώθηκαν, πολλές φωνές ακούσθηκαν, άλλες νηφάλιες και ήπιες, άλλες υβριστικές και στεντόρειες. Άλλοι συνέστησαν αυτοκριτική και μετάνοια, άλλοι επιδόθηκαν σε ωμές επικρίσεις κατά των κρατούντων, ιδιαίτερα κατά των εκκλησιαστικών ταγών. Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά το πρόβλημα.

Είναι γεγονός ότι η Θεία Ευχαριστία είναι η αναπνοή, η ζωή της Εκκλησίας. «Διά δε των μυστηρίων και η Εκκλησία σημαίνεται, σώμα ούσα Χριστού και μέλη εκ μέρους», λέγει ο θεολογικώτατος άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, σύγχρονος και ομότροπος του μεγάλου ησυχαστού θεολόγου αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Η Εκκλησία φανερώνεται στην πραγματική της υπόσταση, ότι είναι σώμα Χριστού και οι πιστοί μέλη της, μέσα από τα μυστήριά της. Με τη λέξη μυστήρια εννοείται πάντα το κεντρικό μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. «Και γαρ Σώμα και Αίμα Χριστού τα μυστήρια». Στα λειτουργικά κείμενα χρησιμοποιείται για την υποδήλωση της Θείας Ευχαριστίας σχεδόν πάντα πληθυντικός, συνοδευόμενος συνήθως από κάποιον επιθετικό προσδιορισμό, όπως τα άχραντα μυστήρια, τα άγια μυστήρια, τα φρικτά μυστήρια κ.λ.π. (πρβλ. π.χ. «ορθοί, μεταλαβόντες των θείων, αγίων, αχράντων, αθανάτων, επουρανίων και ζωοποιών, φρικτών του Χριστού μυστηρίων…»). Η Θεία Ευχαριστία δεν είναι ακριβώς ένα από τα επτά μυστήρια, όπως συνηθίσαμε επηρεασμένοι από τον δυτικό σχολαστικισμό να λέμε, αλλά ανακεφαλαίωση του όλου μυστηρίου του Χριστού.
Και πώς η Θεία Ευχαριστία σημαίνει (φανερώνει) την Εκκλησία; «Σημαίνεται δε η Εκκλησία εν τοις μυστηρίοις» όχι συμβολικά, αλλά πραγματικά. Δεν υπάρχει εδώ κάποια λεκτική ή αναλογική απλώς ομοιότητα, αλλά «πράγματος ταυτότης». Το Σώμα και το Αίμα του Χριστού είναι η αληθινή βρώσις και πόσις. Όταν λοιπόν η Εκκλησία μετέχει στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού, δεν τα μεταβάλλει σε ανθρώπινο σώμα, όπως γίνεται με τις άλλες τροφές που τρώμε, αλλά αυτή μεταβάλλεται σε Σώμα Χριστού, επειδή αυτά, ως ανώτερα, υπερνικούν.
Ο άγιος Νικόλαος χρησιμοποιεί ένα απλό παράδειγμα. Το σίδερο μέσα στη φωτιά γίνεται και αυτό φωτιά. Δεν γίνεται η φωτιά σίδερο. Το κόκκινο πυρακτωμένο σίδερο το βλέπουμε σαν φωτιά και το λέμε φωτιά, γιατί τα χαρακτηριστικά του εξαφανίζονται από τη φωτιά. Έτσι και αν μπορούσε κάποιος να δει την Εκκλησία, όταν ενώνεται με τον Χριστό «και των αυτού μετέχει σαρκών», δεν θα έβλεπε τίποτε άλλο, παρά μόνο το ίδιο το Σώμα του Χριστού. «Ουδέν έτερον ή αυτό μόνον το Κυριακόν όψεται Σώμα». Γι’ αυτό και γράφει ο απόστολος Παύλος: «Υμείς εστε Σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους». Όταν λοιπόν οι πιστοί, μεταλαμβάνοντας αυτό το Αίμα και περιβαλλόμενοι αυτό το Σώμα, ζουν αληθινά την εν Χριστώ ζωή, δεν είναι καθόλου άτοπο ή υπερβολικό να λέμε, ότι η Εκκλησία «διά των μυστηρίων σημαίνεται», δηλαδή μέσα από τη Θεία Ευχαριστία δείχνει την πραγματική της υπόσταση (Άγ. Νικόλαος Καβάσιλας, PG 150, 452-453).
Δεν μπορεί λοιπόν να μην τελεί η Εκκλησία τη Λειτουργία της. Είναι η αληθινή της φύση αυτό. Άλλωστε Εκκλησία λεγόταν απαρχής η ευχαριστιακή σύναξη, η συνάθροιση των πιστών για την τέλεση της Ευχαριστίας. Και σήμερα ακόμα, όταν μιλάμε για τον εκκλησιασμό, λέμε «πάμε στην Εκκλησία» και όχι στον ναό. Εκκλησία και ευχαριστιακή σύναξη ταυτίζονται. Η Εκκλησία πρέπει πάντα, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, να τελεί τη Θεία Λειτουργία. Ακόμα κι αν δεν είναι ελεύθερη γι’ αυτό. Γίνεται και Εκκλησία των κατακομβών, αν χρειασθεί.
Το μέτρο της οικονομίας
Και ενώ έτσι έχουν τα πράγματα υπό κανονικές συνθήκες, «κατ’ ακρίβειαν», εξωθείται τώρα η Εκκλησία να απαρνηθεί την ταυτότητά της. Διατάχθηκε το κλείσιμο των ναών και απαγορεύτηκε η τέλεση της Θείας Λειτουργίας και η συμμετοχή των πιστών σε αυτή. Εδώ η Εκκλησία καλείται να περάσει σε εναλλακτικό σχέδιο. Να κάμει χρήση της οικονομίας. Να δεχθεί περιορισμό σε ό,τι μπορεί να περιορισθεί. Αλλά να κρατήσει οπωσδήποτε ό,τι δεν επιδέχεται περιορισμό.
Και φυσικά δεν νοείται η Εκκλησία να μην τελεί τη Θεία Λειτουργία, διότι παύει τότε να είναι Εκκλησία. Αναιρεί την ίδια την ουσία της, την αληθινή, βαθύτερη φύση της. Η Θεία Λειτουργία γίνεται υπέρ του κόσμου παντός. Είναι η μικρή ζύμη, το αλάτι της γης, το στοιχείο που συντηρεί τον κόσμο ολόκληρο. Είτε φανερά, είτε μυστικά, η Εκκλησία δεν είναι δυνατόν να μην τελεί τη Λειτουργία της. Ακόμα και όταν δεν μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι πιστοί, η Εκκλησία πρέπει να προσεύχεται για όλους και να προσφέρει την αγία αναφορά υπέρ πάντων. Αυτό είναι κάτι αδιαπραγμάτευτο για την Εκκλησία. Είναι το βασικό της έργο, η ταυτότητά της. Και όπως κι αν έχουν τα πράγματα, η Εκκλησία πρέπει να βρίσκει πάντα τρόπο να το επιτελεί.
Η μη συμμετοχή τώρα των πιστών είναι το μεγάλο τίμημα, το δυσβάστακτο και οδυνηρό κόστος για το φιλακόλουθο πλήρωμα της Εκκλησίας. Η αποχή από την Θεία Κοινωνία είναι ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο. Αν με το Βάπτισμα ο άνθρωπος γεννιέται πνευματικά, με την Θεία Κοινωνία τρέφεται και αυξάνεται. Για να ζήσει ένα βρέφος, δεν φτάνει απλώς να γεννηθεί, αλλά πρέπει εν συνεχεία και να τραφεί. Πώς πρέπει λοιπόν να διαχειρισθούμε την παρούσα κατάσταση; Ο πνευματικός μας αγώνας χρειάζεται αλλαγή τρόπου και τακτικής.
Το στοιχείο που πρέπει να πρυτανεύει τώρα μέσα μας είναι περισσότερη μετάνοια, αυτοκριτική, ταπείνωση, προσευχή και υπομονή. Ας το πάρουμε σαν ένα πνευματικό κανόνα που επέτρεψε ο Θεός για τις αμαρτίες μας. Ίσως γιατί δεν αξίζουμε τα πνευματικά αγαθά που είχαμε πριν και τα θεωρούσαμε δεδομένα, χωρίς να τα εκτιμούμε όσο έπρεπε. Τί μας επιτρέπει και τί μας εμποδίζει λοιπόν να είμαστε πραγματικά ενωμένοι με τον Θεό; Πώς αντιμετώπισαν παρόμοιες δυσκολίες οι μεγάλοι μας οδηγοί, οι άγιοι;
Ο τρόπος των αγίων
Πολλές φορές οι άγιοι βρέθηκαν παρά τη θέλησή τους σε αντίξοες συνθήκες, που δεν τους επέτρεπαν να ζουν με το κανονικό πνευματικό τους πρόγραμμα. Άλλοτε πάλι εφάρμοζαν οι ίδιοι από μόνοι τους πρόγραμμα, που δεν τους επέτρεπε συχνή συμμετοχή στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας και στη Θεία Κοινωνία.
Το τελευταίο αυτό συνέβαινε κυρίως στους αναχωρητές, που ασκούνταν κατά μόνας στις ερημιές. Μετείχαν αραιά στη Θεία Λειτουργία. Όπου ήταν δυνατόν, κρατούσαν Θεία Κοινωνία στο κελλί τους και κοινωνούσαν μόνοι τους. Πολλοί άλλοι όμως, όπως ο άγιος Ονούφριος, η οσία Μαρία η Αιγυπτία κ.λ.π., πέρασαν ολόκληρη τη ζωή τους άγνωστοι στην έρημο και μόνο στο τέλος του επίγειου βίου τους αξιώθηκαν, με θαυμαστό συνήθως τρόπο, να κοινωνήσουν. Η Χάρη του Θεού τους έτρεφε πνευματικά και αναπλήρωνε, με τρόπο που ο Κύριος γνωρίζει, την έλλειψη της Θείας Ευχαριστίας.
Παλαιά επίσης οι μοναχοί είχαν τη συνήθεια να φεύγουν από τα μοναστήρια τους στην αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, για μεγαλύτερη κατά μόνας άσκηση πιο βαθιά στην έρημο, χωρίς δηλαδή τη συνήθη συμμετοχή στη λατρευτική ζωή, πράγμα που δεν το θεωρούσαν προφανώς επιζήμιο. Επέστρεφαν στη μονή τους την Κυριακή των Βαΐων. Στην υμνολογία της εβδομάδας προ των Βαΐων γίνονται αναφορές στο γεγονός αυτό. «Συνέλθετε, ήκετε οι εν ερήμοις και οι εν σπηλαίοις υπαντήσαι τον ερχόμενον». «Οι εν τοις όρεσι πάντες και εν ταις ερημίαις συνέλθετε μονασταί». Και όταν επέστρεφαν, έψαλλαν εν χαρά «σήμερον η Χάρις του Αγίου Πνεύματος ημάς συνήγαγεν».
Αναρίθμητοι μάρτυρες φυλακίσθηκαν και στερήθηκαν την ενεργό συμμετοχή στην εκκλησιαστική ζωή. Τους έβλαψε αυτό; Ο απόστολος Παύλος με τον συνεργάτη του Σίλα ρίχτηκαν στις φυλακές των Φιλίππων. Όμως και εκεί, δεμένοι και με τα πόδια ακινητοποιημένα πάνω σε βασανιστικό ξύλο, δεν έπαψαν να προσεύχονται και να ψάλλουν στον Θεό. Μετέτρεψαν τη φυλακή σε Εκκλησία. Η προσευχή τους ήταν τόσο ένθερμη, που προκάλεσε θαυμαστά πράγματα. Έγινε σεισμός, οι πόρτες της φυλακής άνοιξαν και οι αλυσίδες όλων των καταδίκων έπεσαν.
Ο άγιος Αναστάσιος ο Πέρσης καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα με άλλους σκλάβους. Τις νύχτες ο άγιος, όντας και μοναχός, αντί να ξεκουρασθεί, προσπαθούσε να κάνει τον κανόνα του. Ήταν όμως δεμένοι ανά δύο με την ίδια αλυσίδα. Για να μην ξυπνήσει τον συγκατάδικό του, προσευχόταν χωρίς να σηκώνεται, γέρνοντας απλώς λίγο το κεφάλι του. Δεν ξαναβρήκε ποτέ την ευκαιρία να γυρίσει στο μοναστήρι του. Σε τί τον έβλαψε αυτό;
Ο άγιος Μάξιμος ο Γραικός, καταγόμενος από την Άρτα, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Ρωσία. Εκεί έπεσε στη δυσμένεια της πολιτικής και της εκκλησιαστικής ηγεσίας, με αποτέλεσμα να φυλακισθεί σε κάποια μονή, όπου έζησε υπό απάνθρωπες συνθήκες. Το χειρότερο όμως ήταν ότι του απαγορεύθηκε εντελώς η συμμετοχή στις ιερές ακολουθίες και στη Θεία Κοινωνία. Πέρασε 23 χρόνια φυλακισμένος και 18 ολόκληρα χρόνια χωρίς να κοινωνήσει. Και όμως ο Κύριος τον παρηγορούσε μυστικά στέλνοντάς του ακόμα και άγγελο στη φυλακή να τον ενισχύσει. Αν και δεν κοινωνούσε τόσα χρόνια, στην ουσία ποτέ δεν υπήρξε χωρισμένος από τον Κύριό του.
Ο Ρώσος ιερομόναχος Αρσένιος, πέρασε όλη σχεδόν την ενήλικη ζωή του στα απάνθρωπα στρατόπεδα κρατουμένων, χωρίς καμμιά δυνατότητα συμμετοχής σε λατρευτική ζωή. Μα η εσωτερική του εργασία και η προσευχή αναπλήρωνε τα πάντα. Κάποτε τιμωρήθηκε με εγκλεισμό στην απομόνωση, σε 30 βαθμούς υπό το μηδέν, με ένα νεαρό κρατούμενο, τον Αλέξανδρο. Στην απελπισία του νεαρού ο π. Αρσένιος απάντησε με προσευχή. Έβαλε «ευλογητός», χωρίς να φοράει ούτε πετραχήλι. Αμέσως το στενό κατεψυγμένο απομονωτήριο μεταβλήθηκε στα έκπληκτα μάτια του νεαρού σε ευρύχωρη ζεστή Εκκλησία, όπου άγιοι και άγγελοι συλλειτουργούσαν με τον π. Αρσένιο, ντυμένο τώρα με ωραιότατα ιερατικά άμφια. Πέρασαν 48 ώρες και τους φάνηκαν σαν 2-3 ώρες, όσο κρατάει μια Λειτουργία. Όταν οι φύλακες άνοιξαν να τους βγάλουν, αντί για κατεψυγμένους και νεκρούς, όπως τους νόμιζαν, κατάπληκτοι τους βρήκαν ζωντανούς, ακμαίους και ζεστούς.
Στη πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση όχι μόνο έκλεισαν, αλλά και καταγκρεμίστηκαν οι περισσότεροι ναοί. Ο ρωσικός λαός, αλλά και άλλοι λαοί, έζησαν επί μακρόν κάτω από αθεϊστικά δικτατορικά καθεστώτα. Διώχτηκαν και στερήθηκαν κατά το πλείστον την ελεύθερη συμμετοχή στην εκκλησιαστική ζωή. Αλλά ενδυναμώθηκαν με ποικίλους άλλους τρόπους από τη Χάρη του Κυρίου και εξήλθαν από τη βαβυλώνια αιχμαλωσία τους ζωντανοί και ακμαίοι κατά την πίστη.
Τα μαρτυρολόγια βρίθουν από θαυμαστές διηγήσεις. Ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσος αγίασε μέσα στον σταύλο του αφέντη του. Αλλά ποιον να πρωτοθυμηθεί κανείς; Πληθύς μαρτύρων και οσίων έζησαν με παρόμοιο τρόπο την επίγεια ζωή τους. «Πείραν έλαβον δεσμών και φυλακής, …υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, …εν ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης» (Εβρ. 11, 36-38). Τίποτε όμως από αυτά δεν στάθηκε ικανό να τους στερήσει την αληθινή κοινωνία με τον Χριστό. Από ερημοπολίτες έγιναν ουρανοπολίτες.
Τίποτε δεν μας εμποδίζει, όπου κι αν βρισκόμαστε, να είμαστε με τον Χριστό, παρά μόνο τα εμπόδια που υψώνονται μέσα στην καρδιά μας. Δεν είναι οι κλειστές πόρτες των ναών που μας χωρίζουν από Αυτόν, αλλά μόνο οι αμαρτίες και τα πάθη μας. Οι άνθρωποι που ποθούν να είναι στη Θεία Λειτουργία, αλλά, παρά τη θέλησή τους, δεν μπορούν, βρίσκονται ήδη μέσα στη Θεία Λειτουργία. Είναι πραγματικά ενωμένοι με τον Χριστό και με όλο το υπόλοιπο σώμα των πιστών. Ναός του Θεού είναι η κάθε καρδιά που ιερουργεί μυστικά τη λογική λατρεία.
Ο άγιος παπα-Νικόλας ο Πλανάς, αλλά και άλλοι άγιοι στο Άγιον Όρος και αλλού, θυμίαζαν πολλές φορές άδεια στασίδια, λέγοντας ότι αυτοί που λείπουν, επειδή απουσιάζουν χωρίς να το θέλουν, βρίσκονται πραγματικά εκεί, στη Θεία Λειτουργία. Ενώ κάποιοι άλλοι που ήταν παρόντες τω σώματι, ήταν απόντες τω πνεύματι. Αν υπάρχει θερμός πόθος στην ψυχή, δεν εμποδίζουν τα φυσικά εμπόδια να βρισκόμαστε μέσα στη Χάρη της Θείας Λειτουργίας.
Ο άγιος Ιάκωβος, όταν υπηρετούσε, σε καιρό πολέμου, τη στρατιωτική του θητεία, έδωσε την άδεια που είχε λάβει για το Πάσχα σε έναν συστρατιώτη του, που την είχε πολλή ανάγκη. Τη νύχτα του Πάσχα, διηγείται ο ίδιος, «ήμουν στη σκοπιά, πάνω σ’ ένα ύψωμα, και έβλεπα από μακριά τους κατοίκους των Αθηνών, που πήγαιναν στις Εκκλησίες. Έλεγα την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”, το “Δόξα Σοι ο Θεός. Δόξα Σοι ο Θεός”, και την ημέρα του Πάσχα “Δόξα τη Αγία Αναστάσει Σου, Κύριε”. Όταν άκουσα τις καμπάνες, κατάλαβα ότι είπαν οι Ιερείς το “Δεύτε λάβετε Φως” και το “Χριστός ανέστη”. Αχ, Χριστέ μου! είπα, οι χριστιανοί μας παίρνουν το Άγιο Φως. Και αμέσως ήρθε και σε μένα το Άγιο Φως! Ήρθε ένα φως από ψηλά και κάθισε από πάνω μου, και έγινα όλος φως!»
Ο άγιος Παΐσιος, όταν ασκήτευε στο Σινά, πήγαινε στο μοναστήρι να κοινωνήσει κάθε εβδομάδα, κάθε δεκαπέντε, όπως συνήθιζε. Εκεί όμως είχαν άλλο πρόγραμμα. «Μου λέει ένας εκεί, διηγείται ο ίδιος, “όχι κάθε εβδομάδα, αλλά τέσσερις φορές τον χρόνο πρέπει να κοινωνούν οι καλόγεροι”. Τότε είχαν τυπικό να μην κοινωνούν συχνά. Φορούσα και επανωκαλύμαυχο. ”Ούτε επανωκαλύμαυχο”, λέει. Αυτοί το έβαζαν μόνο στις τελετές. ”Να ’ναι ευλογημένο”, λέω. Και το είχα και εγώ ριγμένο στον ώμο σαν κασκόλ και δεν με απασχόλησε ξανά. Τί; Να μαλώσω; Ετοιμαζόμουν εν τω μεταξύ κάθε φορά για τη Θεία Κοινωνία και πήγαινα στην Εκκλησία. Την ώρα που ο παπάς έλεγε: ”Μετά φόβου Θεού…”, έσκυβα το κεφάλι και έλεγα: «Εσύ γνωρίζεις, Χριστέ μου, πόση ανάγκη έχω». Και ένιωθα τέτοια αλλοίωση, που δεν ξέρω αν θα την ένιωθα, αν κοινωνούσα». Αυτή η ταπείνωση χρειάζεται τώρα και σε μας. Είναι ικανή να ανατρέψει κάθε πρόβλημα.
Ένας προσκυνητής στο Άγιον Όρος δεν πρόλαβε να εξομολογηθεί και δεν θεώρησε άξιο τον εαυτό του να κοινωνήσει. Την ώρα της Θείας Κοινωνίας, βλέποντας τους μοναχούς να κοινωνούν, κατηγορούσε τον εαυτό του, ότι για τις αμαρτίες του δεν ήταν άξιος να κοινωνήσει. Την στιγμή εκείνη αισθάνθηκε μέσα στο στόμα του τη Θεία Κοινωνία. Κατά τρόπο μυστικό και ακατάληπτο ο Κύριος ή άγγελος Κυρίου τον κοινώνησε και το στόμα του ευωδίασε. Το ίδιο θαύμα έζησε και ο όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής. Έγκλειστος στο κελλί του, προσευχόταν κλαίοντας με μεγάλη ταπείνωση και αυτομεμψία και έλεγε, ότι για τις αμαρτίες του δεν ήταν άξιος να παρευρεθεί στη Θεία Λειτουργία με τους άλλους πατέρες. Και η Χάρη του Θεού τον επισκέφθηκε. Άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε μπροστά του με το Άγιο Ποτήριο και ο όσιος γέροντας κοινώνησε από το χέρι του αγγέλου Σώμα και Αίμα Χριστού (https://www.youtube.com/watch?v=FBbxf7Mc0lc). (Βλ. και άρθρο μας: «Η Παναγία μας υψώνει» στο διαδίκτυο).
Μετάνοια, ταπείνωση, υπακοή
Να, ο καρπός της αυτοκριτικής και της ταπείνωσης. Δεν μας εμποδίζουν οι κλειστές πόρτες των ναών να είμαστε ενωμένοι με τη Χάρη του Θεού, αλλά η άρνησή μας να πούμε: «Για τις αμαρτίες μου συμβαίνει αυτό». Κανένας και τίποτε δεν μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού, εκτός από εμάς τους ίδιους. Ο πόνος και η θλίψη μας ας μεταποιηθούν σε θερμή προσευχή. Και ο Θεός που άκουσε τον προφήτη Ιωνά από τα βάθη της θάλασσας, από την κοιλία του κήτους, θα ακούσει και εμάς, από όπου κι αν βρίσκεται ο καθένας μας. Η Χάρη του ενεργεί ανάλογα με τις ανάγκες μας. Είναι μεγαλύτερη τώρα η ανάγκη μας; Θα υπερπερισσεύσει και η Χάρη του.
Αντί λοιπόν για φωνές και ακατάσχετα υβρεολόγια προς κάθε κατεύθυνση, ας θεωρήσουμε και τον εαυτό μας συνυπεύθυνο για ό,τι μας συμβαίνει. Η Θεία Κοινωνία δεν είναι δικαίωμά μας για να το απαιτούμε. Είναι ακατάληπτη συγκατάβαση του Θεού στην αναξιότητά μας και δίδεται μόνο σε «συντετριμμένη και τεταπεινωμένη» καρδιά. Και όπως στον Πανάγιο Τάφο το Άγιο Φως τρέχει από μόνο του και βρίσκει και ανάβει τα κεριά πολλών προσκυνητών μακριά και έξω από τον ναό, έτσι και ο Θεός θα μας βρει όπου κι αν βρισκόμαστε, αν δεν βάζουμε εμείς εμπόδια στον δρόμο του.
Ας μην περνάμε κατευθείαν στην κατάκριση των πνευματικών μας πατέρων. Αν κάπου δεν πράττουν καλώς, είναι ο Θεός που θα τους κρίνει και όχι εμείς. Αν νομίζουμε ότι δεν είναι στο ύψος των περιστάσεων, ας τους βοηθήσουμε, ενισχύοντάς τους με προσευχή γεμάτη αγάπη. Αν όμως περιφέρουμε χωρίς έλεος τη γύμνωση των πατέρων μας, μιμούμενοι «τον Χαμ εκείνον τον πατραλοίαν», αντί να την καλύπτουμε «οπισθοφανώς ανακάμπτοντες», θα επισύρουμε πάνω μας το επιτίμιο της πατροκτονίας κι εμείς, έστω και αν οι κρίσεις μας είναι ορθές.
Αντί για φωνές, υβρεολόγια και κατάκριση, ας κατανοήσουμε ότι «η υπακοή είναι πάνω απ’ όλα, διότι υπακοή σημαίνει ταπείνωση. Ακόμη και πάνω από το μαρτύριο. Δηλαδή, εάν ένας άνθρωπος του πει ο πνευματικός του: «Δεν έχεις ευλογία, να μαρτυρήσεις» και πάει και μαρτυρήσει, αυτό είναι παρακοή, δεν είναι κατά Θεόν. Και συνήθως δεν θα έχει καλό αποτέλεσμα. Γι’ αυτό, μη γινόμαστε από μόνοι μας ομολογητές και μάρτυρες. …Δεν είναι ακίνδυνο το να αποφασίζουμε μόνοι μας ότι αυτό είναι ομολογία, ότι αυτό είναι μαρτύριο και πρέπει να το κάμνουμε. Εάν είναι ώρα μαρτυρίου, η Εκκλησία θα μας πει: «Μείνετε σταθεροί, αδελφοί μου, έστω κι αν χάσετε τη ζωή σας»! …Έχει μεγάλη ασφάλεια η υπακοή. Η ανυπακοή είναι επικίνδυνη, θα φέρει κακά αποτελέσματα. …Μην παρακούετε στην Εκκλησία, γιατί είναι πάρα πολύ επικίνδυνο. Πολλοί που παράκουσαν στην Εκκλησία και για καθαρά σωστούς λόγους, στο τέλος πλανήθηκαν. «Μείνε στην Εκκλησία», λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «καλύτερα να πλανάσαι μαζί με την Εκκλησία, παρά να κάμνεις το σωστό και να ’σαι εκτός Εκκλησίας»! (Μητροπολ. Λεμεσού Αθανάσιος).
Αν νοιώθουμε λοιπόν χωρισμένοι από τον Θεό, ας ψάξουμε την αιτία μέσα μας και όχι στις κλειστές πόρτες των ναών. Ας ταπεινώσουμε, καθήμενοι «εν σάκκω και σποδώ», τον λογισμό μας. «Ημάρτομεν και ηνομήσαμεν». Τί το παράξενο; Ανθρώπινο είναι. Μην το αφήσουμε όμως να γίνει και δαιμονικό. Ας μετανοήσουμε τώρα! Μη ζητάμε να ανοίξουν μόνο οι ξύλινες πύλες των ναών. Από τα βάθη της δικής του αβύσσου ο καθένας μας, ας φωνάξει «εν όλη καρδία» του: «Της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα». Και Εκείνος σίγουρα θα τις ανοίξει. Περιμένει πάρα πολύ να το ακούσει αυτό.
Καλό Πάσχα! Καλή Ανάσταση!
Σαρακοστή 2020





Διαδίδω την «Α ν τ ι ύ λ η»
Ἐκτυπώνω/προωθώ σε φιλικά μου e-mails