Παρακολουθήστε σε ζωντανή μετάδοση από τον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος (Πρόνοιας) Ναυπλίου "Το Τροπάριο της Κασσιανής" (Η Ακολουθία του Νυμφίου, Μ. Τρίτης και του Όρθρου Μεγάλης Τετάρτης)
Τις Ιερές Ακολουθίες τέλεσε ο εφημέριος του ναού π. Κωνσταντίνος Σέρρος στον άδειο ναό λόγω των περιοριστικών μέτρων της κυβέρνησης για τον κορονοϊό.
Θυμόμαστε την πόρνη γυναίκα που άλειψε με μύρο και δάκρυα μετάνοιας τα πόδια του Χριστού και έλαβε την άφεση για τις αμαρτίες της. Παράλληλα, γίνεται λόγος για τα άλλα δάκρυα, της υποκρισίας, του Ιούδα, που ήθελε το μύρο να πουληθεί για να δοθεί δήθεν στους φτωχούς, στην ουσία όμως για να καταχραστεί τα χρήματα. Η Εκκλησία μας προτρέπει να μετανοούμε ειλικρινά και να εμπιστευόμαστε τη ζωή και τα λάθη μας στον Κύριο και όχι να υποκρινόμαστε ότι είμαστε καλοί και άγιοι.
Στον Όρθρο ψάλλεται το περίφημο τροπάριο της Κασσιανής (μεγάλης υμνογράφου και Αγίας του Βυζαντίου), που αναφέρεται στην «εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή», που μετάνιωσε και σώθηκε.
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
τ’ άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο,
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος
(Μεταγραφή: Φώτης Κόντογλου)