Σε κλίμα κατάνυξης τελέσθηκε η ακολουθία του Επιτάφιου στον Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Ναύπλιο, χοροστατούντος του Μητροπολίτη Αργολίδας Νεκταρίου την Μεγάλη Παρασκευή 30 Απριλίου 2021.
Μετά το πέρας της ακολουθίας τελέσθηκε η περιφορά του Επιταφίου πέριξ του Μητροπολιτικού Ιερού ναού . Η Μεγάλη Εβδομάδα αρχίζει από την Κυριακή των Βαΐων το βράδυ, όπου τελείται η Ακολουθία του Νυμφίου, και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο και είναι αφιερωμένη στα Άγια Πάθη του Ιησού Χριστού. Ονομάζεται Μεγάλη από την ανάμνηση των γεγονότων που διαδραματίζονται καθ’ εκάστη των ημερών αυτής τα οποία και θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικά για τη χριστιανική θρησκεία.
Μάτην φυλάττεις τὸν τάφον, κουστωδία.
Οὐ γὰρ καθέξει τύμβος αὐτοζωΐαν.
Μάτην φυλάττεις τὸν τάφον, κουστωδία.
Οὐ γὰρ καθέξει τύμβος αὐτοζωΐαν.
Το Σάββατο, αφού συγκεντρώθηκαν οι αρχιερείς και οι φαρισαίοι στο Πόντιο Πιλάτο, τον παρακάλεσαν να ασφαλίσει τον τάφο του Ιησού για τρεις ημέρες διότι, καθώς έλεγαν, «έχουμε υποψία μήπως οι μαθητές Του, αφού κλέψουν την νύχτα το ενταφιασμένο Του σώμα κηρύξουν έπειτα στο λαό ως αληθινή την ανάσταση την οποία προείπε ο πλάνος εκείνος, όταν ακόμη ζούσε· και τότε θα είναι η τελευταία πλάνη χειρότερη της πρώτης». Αυτά αφού είπαν στον Πόντιο Πιλάτο και αφού πήραν την άδεια του, έφυγαν και σφράγισαν τον τάφο τοποθετώντας εκεί για ασφάλεια του κουστωδία, δηλαδή στρατιωτική φρουρά.
Ο Επιτάφιος στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό είναι λειτουργικό ύφασμα που στην κανονική μορφή του αποτελείται από ένα μεγάλο, κεντημένο και συχνά με πλούσια διακόσμηση ύφασμα, το οποίο φέρει επάνω του μια εικόνα του νεκρού σώματος του Ιησού Χριστού, συχνά με απεικονίσεις της μητέρας του και άλλων μορφών, κατά την περιγραφή των Ευαγγελίων. Η χρήση του περιορίζεται στις ακολουθίες της Μεγάλης Παρασκευής και του Μεγάλου Σαββάτου, τόσο στις Ορθόδοξες, όσο και στις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες (Ουνίτες). Η Αρμενική Αποστολική Εκκλησία έχει επίσης την παράδοση του Επιταφίου, με τον σχετικό εορτασμό να ονομάζεται T'aghman Kark («Τελετουργία της Ταφής»).
Στον όρθρο του Μεγάλου Σαββάτου, που τελείται το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής, γίνεται σε κάθε ενορία η περιφορά του Επιταφίου εντός «προηυτρεπισμένου κουβουκλίου» όπου έχει εναποτεθεί κατά τον Εσπερινό της Αποκαθηλώσεως, που τελείται το μεσημέρι της Μεγάλης Παρασκευής. Συνεκδοχικά, και το ίδιο το κουβούκλιο με τον Επιτάφιο αποκαλείται «Επιτάφιος», ο ακριβής όμως λειτουργικός όρος αφορά μόνο το ύφασμα, το οποίο εντάσσεται στην κατηγορία των ιερών εικόνων, δηλαδή των απεικονίσεων αγίων προσώπων.
Με τον όρο Επιτάφιος θρήνος ή απλώς «Επιτάφιος» αναφέρεται και το κυρίως μέρος της ακολουθίας του όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου.
Ο όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου και η περιφορά
όρθρος του Αγίου και Μεγάλου Σαββάτου είναι αφιερωμένος στην ταφή του Χριστού. Αρχικώς γινόταν τα μεσάνυκτα, αλλά πλέον τελείται την ίδια ώρα με τους όρθρους των Νυμφίων, δηλαδή αρχίζει γύρω στις 7 μ.μ. της Αγίας Παρασκευής.[4]. Σε αυτόν θρηνητικά άσματα ψέλνονται ενώπιον του Επιταφίου, με χαρακτηριστικότερα τα «Ἐγκώμια», ενώ όλοι οι πιστοί κρατούν αναμμένα κεριά. Στην Ελλάδα, κατά την τρίτη και τελευταία στάσιν των «Εγκωμίων» ο ιερέας ραντίζει με ανθόνερο τον Επιτάφιο και τους πιστούς, συμβολίζοντας έτσι το άλειμμα του σώματος του Χριστού με αρώματα.
Ακολουθεί η Μεγάλη Δοξολογία και αμέσως μετά γίνεται η περιφορά του Επιταφίου με τις καμπάνες του ναού να ηχούν πένθιμα, σε ανάμνηση της κηδείας του Χριστού. Στις σλαβικές χώρες περιφέρεται μόνο ο Επιτάφιος (βλ. φωτογραφία) πάνω σε κοντάρια ή και στα χέρια, ενώ στην Ελλάδα καθιερώθηκε να περιφέρεται πάντοτε μέσα στο κουβούκλιο. Στις κοινωνίες με έντονη τη βυζαντινή επίδραση η περιφορά μπορεί να ακολουθήσει αρκετά μακρινή διαδρομή στις οδούς της ενορίας και σε αρκετές περιπτώσεις οι Επιτάφιοι διαφορετικών ενοριών συναντώνται σε μία κεντρική τοποθεσία, όπως μια πλατεία. Εκεί σταματούν για λίγο και ψάλλεται κοινό Τρισάγιον.
Αντιθέτως, σε χώρες όπου οι Ορθόδοξοι αποτελούν μειονότητα, η περιφορά είναι απλώς τρεις γύροι του κτιρίου του ναού. Κατά τη διάρκεια της περιφοράς ψέλνονται τα «Εγκώμια» και το Τρισάγιον, στη μελωδική μορφή που απαντάται στις νεκρώσιμες ακολουθίες. Οι πιστοί ακολουθούν κρατώντας αναμμένα κεριά.
Όσοι δεν είναι σε θέση να λιτανεύσουν στέκονται συχνά στους εξώστες των σπιτιών τους ή στα πεζοδρόμια από όπου περνά η περιφορά, κρατώντας επίσης αναμμένα κεριά ή και θυμιατήρια, ενώ από τους εξώστες ραίνουν τον Επιτάφιο με ανθοπέταλα και ανθόνερο. Σε πολλά ελληνικά χωρία ο Επιτάφιος περιφέρεται και μέσα στο κοιμητήριο, ανάμεσα στους τάφους, ως υπενθύμιση της αιώνιας ζωής στους κεκοιμημένους.
Στη νήσο Ύδρα, ο Επιτάφιος της ενορίας Καμίνι περιφέρεται και μέσα στη θάλασσα, ως ειδική ευλογία για όσους έχουν χαθεί στη θάλασσα. Σε μεγαλύτερες πόλεις εξάλλου, της πομπής προηγείται η μπάντα του δήμου παίζοντας πένθιμα εμβατήρια, ενώ αλλού συνοδεύεται από στρατιωτικά αποσπάσματα με τα όπλα τους σε θέση πένθους (με το στόμιο της κάννης προς το έδαφος).
Στο τέλος της περιφοράς, ο Επιτάφιος επιστρέφει στο εσωτερικό του ναού. Ωστόσο σε αρκετές περιπτώσεις, οι μεταφέροντες αυτόν θα σταθούν μόλις έξω ή μόλις μέσα από τη θύρα του ναού και θα τον κρατήσουν σε κάθετη θέση, ώστε όλοι όσοι εισέρχονται στον ναό να περάσουν από κάτω του (συμβολίζοντας ότι μπαίνουν στον τάφο μαζί με τον Χριστό). Στην Ελλάδα ο Επιτάφιος μεταφέρεται κατευθείαν μετά στο Ιερό, όπου παραμένει επάνω στην Αγία Τράπεζα μέχρι το τέλος της ημέρας της Αναλήψεως, ενώ στις σλαβικές χώρες αποτίθεται πάνω στo φορείο πάνω στο μέσο του ναού και παραμένει εκεί μέχρι την Ανάσταση