Ο Επίσκοπος Άργους Πέτρος (852 - 922), Σημειοφόρος και Θαυματουργός, είναι Άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που επιτέλεσε επίσκοπος στην πόλη του Άργους κατά τον 10ο αιώνα. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη γύρω στα 852 και ήταν παιδί επταμελούς οικογένειας, τα μέλη της οποίας διακρινόταν για την ευσέβεια και την πίστη στο Θεό. Χαρακτηριστικό είναι πως όλα τα μέλη της οικογένειας ακολούθησαν το μοναχικό βίο[1], ενώ ο Πέτρος έχοντας ως πρότυπο τα μεγαλύτερα αδέλφια του, ήταν τόσο ασκητικός που "όλοι οι άλλοι μοναχοί μετεχειρίσθησαν αυτόν πρότυπον και παράδειγμα εις την αρετήν".
Ο Άγιος
Πέτρος είχε αδαμάντινο χαρακτήρα και διακρίνονταν για τη μόρφωση και τη
ρητορική του δεινότητα καθώς επίσης και
για τα φιλάνθρωπα αισθήματά του. Γι΄ αυτό ο πατριάρχης Νικόλαος Μυστικός,
εκτιμώντας τα προσόντα και την αρετή του μοναχού Πέτρου, θέλησε να τον
χειροτονήσει επίσκοπο Κορίνθου. Ο Πέτρος όμως αρνήθηκε, αναλογιζόμενος το βάρος
της κλήσης του, με αποτέλεσμα ο θρόνος να δοθεί στον αδελφό του Παύλο. Αργότερα
κατέφυγε στην Κόρινθο, για να αποφύγει τον Πατριάρχη, ο οποίος ήθελε να τον
χειροτονήσει επίσκοπο. Έτσι, όταν χήρεψε ο επισκοπικός θρόνος του Άργους, το
914, οι Αργίτες ζήτησαν τον Πέτρο για επίσκοπό τους και μπροστά στη επιμονή
τους ο Πέτρος υποχώρησε και δέχτηκε. Το έργο του υπήρξε πολυποίκιλο. Συνέβαλλε
καθοριστικά στην προστασία πληθυσμών, κατά την επιδρομή των Βουλγαρικών
φύλων[5], ενώ εισήγαγε πλήθος ετεροδόξων στην εκκλησία. Το 920 μετέβη στην
Κωνσταντινούπολη, για να λάβει μέρος σε σύνοδο που είχε συγκαλέσει ο Νικόλαος
Μυστικός επί Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου.
Ο βιογράφος
του Αγίου μας πληροφορεί ότι κατά τη διάρκεια της επισκοπείας του στο Άργος,
πραγματοποιούσε θαύματα, όπως διάσωση του λαού από λιμό, τη λύτρωση αιχμαλώτων
από τους πειρατές, τη διάσωση κόρης διωκόμενης από κάποιο στρατηγό, τη θεραπεία
δαιμονιζόμενης γυναίκας, με αποτέλεσμα να λάβει το προσωνύμιο του θαυματουργού.
Κοιμήθηκε στο Άργος σε ηλικία 70 ετών και τάφηκε στο Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της
Θεοτόκου. Όμως Φράγκοι και Ενετοί μετακίνησαν το ιερό λείψανο του Αγίου το 1421
και το μετέφεραν αρχικά στο Ναύπλιο και αργότερα στο Βατικανό. Ως υπεύθυνος
μνημονεύεται ο Λατίνος επίσκοπος Σιγουντονάνης. Μετά όμως από προσπάθειες της
Μητροπόλεως Αργολίδος και συντονισμένες ενέργειες του Μητροπολίτη Ιακώβου Β'
και του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου, τα Λείψανα του
Αγίου, επιστρέφουν στην πόλη του Άργους.
Η μνήμη του
εορτάζεται στις 3 Μαΐου.