Δεν καταγράφεται πουθενά σα μονή ο Άγιος Κωνσταντίνος Καραθώνας. Υπήρξε, όμως, μετόχι της Αγίας Σωτήρας. [Σημ. Βιβλιοθήκης: Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Τσέλου (Αγίας Παρασκευής) Ασίνης. Το βέβαιο είναι ότι ανεγέρθηκε πολλά χρόνια προ του 1835, έτος κατά το οποίο διαλύθηκε η Μόνη Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Ήταν ησυχαστήριο, «μικρό μοναστηράκι», μετόχι της Μονής στο οποίο κατά τους θερινούς μήνες διέμεναν μοναχοί της Αγίας Σωτήρας]. Και κατά καιρούς κάποιοι καλόγεροι αποτραβήχτηκαν στο θαλασσινό του αραξοβόλι. Γνωρίζουμε δυο τουλάχιστο που κατέφυγαν εκεί, στις τελευταίες δεκαετίες, ως να κοπάσει η φουρτούνα της ψυχής τους στο ήρεμο λιμανάκι. Τότε δεν ήταν τουριστικό. Μερικοί ψαράδες, λίγοι εκδρομείς, κάποιοι ευλαβικοί περαστικοί, τάραζαν τη γαλήνη του που και που, στα παλιότερα χρόνια. Ο καρόδρομος δε βοηθούσε και πολύ – τέσσερα χιλιόμετρα απόσταση από το Ναύπλιο.
Ο Άγιος Κωνσταντίνος δεν είχε περιουσία. Έξω από την ησυχία, δεν είχε τίποτε να προσφέρει. Το ωραίο τοπίο και τη θάλασσα απολάμβανε μονάχα ο μοναχός. Αν δεν ήθελε να καταφύγει στην ευσπλαχνία των προσκυνητών ή του Στρατώνα, όπως έγινε με τον τελευταίο καλόγερο, που τον ελεούσαν από δίπλα οι στρατιωτικοί. (Ως το 1972 η παραλία της Καραθώνας κατεχόταν από το Στρατό και στην αμμουδιά της υπήρχαν σπίτια παραθερισμού μόνο για αξιωματικούς).
Πριν από αυτόν, ένας άλλος καλόγερος έζησε στον Άγιο Κωνσταντίνο. Λεγόταν Πέτρος Μητροβγένης.
Το τοπίο της Καραθώνας είναι συνδεμένο με το Ησυχαστήριο του Αγίου Κωνσταντίνου και το νησάκι της. Δεν μπορεί κανείς να φέρει στο νου την Καραθώνα χωρίς το Ποντικονήσι και δίχως το μοναστηράκι της. Σα να υπογραμμίζει λυρικά το γαλήνιο χαρακτήρα του τόπου, έτσι που καθρεφτίζεται μονάχο στη νότια άκρη του όρμου. Μικρούλικο το εκκλησάκι της, παλιό, επισκευασμένο, έχει ενοποιηθεί με το υπόστεγο που το σκιάζει και το προστατεύει, κατέχοντας το ένα τέταρτο της δίρρυτης κεραμοσκέπαστης στέγης του. Προς τη μεριά της θάλασσας αυτό το υπόστεγο στηρίζεται με τετράγωνες κολόνες πάνω σ’ ένα τοιχάκι: χτισμένο στα βράχια. Μια μικρή προβλήτα τσιμεντένια βοηθάει τα πλεούμενα και τη λειτουργικότητα του προαύλιου.
Ένα λευκό διώροφο σπίτι – ξενώνας με χαγιάτι υψώνεται λίγα μέτρα πιο πάνω, ανοιχτόκαρδο. Δίπλα στο ιερό – μινιατούρα, ένα ψηλόκορμο κυπαρίσσι. Δυο φουντωμένοι ευκάλυπτοι μαλακώνουν το φόντο της γυμνής ράχης, πίσω. Πιο μακριά, το εκκλησάκι του Άη Νικόλα.
Προορισμένη για τουριστική πλαζ, η Καραθώνα απόκτησε μιαν άσφαλτο που πάει να ενωθεί με το Τολό και την Ακροναυπλία. Με διαστάσεις μεγάλης λεωφόρου, ο νέος δρόμος εκμηδενίζει το χαρακτήρα του απλού μικρού κόλπου και το μοναστηράκι του. Ένα μόνο εξοχικό κεντράκι κρατάει ακόμη το λαϊκό χαρακτήρα της αγαπημένης ακρογιαλιάς του Ναυπλίου. Από τις παλιές της μνήμες, δυο παλιά εκκλησάκια, της Παναγίας και του Άη Γιάννη, σκαρφαλωμένα στο βράχο της Αγιά Σωτήρας, απρόσιτα. Πάνω στο Ποντικονήσι δεν απόμεινε κανένα ίχνος ναού που να εξηγεί το παλιό του όνομα «S. Thodoro», όπως το βρήκαμε σε παλιό βενετσιάνικο χάρτη. (Thomaso Porcacchi da Castiglione “Le isole piu famose del mondo” [Χαράκτης Girolamo Porro] Βενετία 1576). Και τα αρχαία της μυστικά αναποκάλυπτα – κάποιοι ιστορικοί μελετητές τοποθέτησαν στην Καραθώνα τις ομηρικές Ηϊόνες, χαμένη παραθαλάσσια πολιτεία, όπως σημαίνει και η ίδια η ονομασία της.
Το σημερινό κεντράκι χτίσθηκε από τον Ν. Καχριμάνη, εκτελεστή της διαθήκης του Π. Μαθιουδάκη (Πρωτοδικείο Ναυπλίου 1930), που όριζε να γίνει εκεί ένα κελλί του Αγίου Κωνσταντίνου Καραθώνας. Σ’ εντοιχισμένη πλάκα, πάνω από την πόρτα της ταβερνούλας, αναγράφεται:
«Υπέρ του Αγίου Κωνσταντίνου / δαπάνη
Παναγή Ι. Μαθιουδάκη / ή Καμαρήρα
εκ Προνοίας/Ναυπλίου.
Εκτελεστής / Ν. Γ. Καχριμάνης 1937».
Δύσκολα τα κατάφερναν οι δυο τους από τροφή. Στις μεγάλες πείνες τους, έκανε ο Άγιος κάποιο θαύμα: έβγαζε η θάλασσα τότε ένα μεγάλο ψάρι στην παραλία. (Τον καφέ και τη ζάχαρη, το φίλεμα του μοναστηριού προς τον περαστικό, το προμήθευε όλο και κάποιος ευλαβικός έμπορας στο Ναύπλιο, κι’ έβγαζε έτσι ασπροπρόσωπο τον καλόγερο). Έπειτα όλο και κάτι έφερνε η τύχη. Πάνω απ’ όλα όμως η αγάπη χόρταινε και τους δυο, άνθρωπο και ζώο. Χωρίσανε μόνο, σαν ψόφησε το σκυλί από δηλητήριο. Έτσι έφυγε κι’ ο Μητροβγένης πικραμένος. Όλα αυτά γύρω στο 1950.Για τον Πετρόνικο Μητροβγένη, που γνωρίσαμε κοσμικό, αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι η μοναχική ζωή του στάθηκε μια πορεία περιπετειών και αγώνων. Ξεκινώντας 20 χρονών από το Κουτσοπόδι, με κλίση ισχυρή προς τα θεία και το μοναστικό βίο, όπου πίστευε ότι θα βρει τη λύτρωση, έγινε καλόγερος. Γύρισε πολλές μονές από τον ελληνικό βορρά στο νότο. Ακόμη και στο Άγιο Όρος μόνασε. Εδώ στην Αργολίδα ήρθε μοναχός στη Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών Επιδαύρου: 1929-1931. Στου Καρακαλά ηγούμενος: 1947-1948. Ύστερα στη Μονή Πόρου. Η ιδιότυπη ιδιοσυγκρασία του, η εξυπνάδα και η φιλόνικη αντίστασή του σε ό,τι δεν ήταν κατά την αντίληψή του σωστό, τον οδήγησαν σε μικροανταρσίες κι’ αυτές σε αδιέξοδα σε κάθε μονή που πήγε. Δεν έκανε τα στραβά μάτια, και αυτό δεν του συγχωρέθηκε. Έτσι βρέθηκε και στην απομόνωση της Καραθώνας.Κάποτε έζησε καλόγερος – θηροφύλακας: έξη μήνες ολομόναχος πάνω στο μικρό νησάκι Ψηλή, μεταξύ Τολού και Κοιλάδας, διορισμένος από ένα Σύλλογο Κυνηγών του Ναυπλίου, που σχεδίαζε εκτροφή λαγών στο έρημο νησόπουλο. Καχεκτικά θάμνα, λίγα άρρωστα λαγουδάκια και πολλούς ποντικούς, είχε μόνο το νησί. Νερό πουθενά, εκτός από το θαλασσινό γύρω γύρω. Ούτε λαγός, αλλά ούτε και ασκητής κάνει χωρίς νερό… Ο Μητροβγένης, ο παράξενος αναχωρητής, μιά μέρα έφυγε για την Αμερική, παρατώντας το μοναχικό σχήμα. Στα εβδομήντα χρόνια του, όπως τον γνωρίσαμε το 1974, είχε διατηρήσει θαυμάσια υγεία, καθαρότητα σκέψης και ενάργεια μνήμης.
Αν μπορούσε ο Μητροβγένης, ο άλλοτε καλόγερος τόσων μοναστηριών της Αργολίδας, να γράψει όσα τόσο θαυμάσια ζωντάνευε στη διήγησή του, ένας κόσμος με λεπτομέρειες, με ημερομηνίες, πρόσωπα, συμβάντα, θα έπαιρνε μορφή. Ο κόσμος των μοναχών. Γιατί με τις αδυναμίες, τα πάθη και την κυριαρχία των ενστίκτων εγκλείεται ο μοναχός. Σπάνια τον βοηθάει ο χαρακτήρας και η παιδεία, να τ’ αφήσει έξω από τον περίβολο της μονής. Έτσι έγκλειστος με τους «εχθρούς» της κάθαρσής του, λίγες φορές ξεφεύγει από την ανθρώπινη ιδιότητά του.
Ο Πετρόνικος Μητροβγένης ζήτησε πολύ μακριά από τον περίβολο της Μονής φυγή και λύτρωση. Και έφθασε ως τον Καναδά, όπου ζει κι’ εργάζεται από χρόνια. Το Μάη του 1975 μάλιστα, σε ηλικία 73 χρόνων, πήρε μέρος σε αγώνα δρόμου – μικρό Μαραθώνιο 10 χλμ. – και… τερμάτισε. Στέλνοντας τα σχετικά αποκόμματα του Τύπου καθώς και τη φωτογραφία του με το κύπελλο της νίκης, έγραψε στους φίλους του της Αργολίδας, «…σας στέλνω ένα 73άρη που έλαβε μέρος σε δρόμο αντοχής από… Άργος έως Φύχτια», χωρίς να σταματήσει. Είναι ο μόνος Έλλην μέσα σε 70 χιλιάδες Έλληνες, αλλά και εις όλο το Μόντρεαλ που ετερμάτισε γι’ αυτό και εβραβεύθη».
Σημείωση Βιβλιοθήκης. Ο Τάκης Μαύρος και η Ντιάνα Αντωνακάτου, επισκέφτηκαν το εκκλησάκι, μάλλον αρχές της δεκαετίας του 1970. Σήμερα το γραφικό εκκλησάκι των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης φροντίζεται και συντηρείται από το Σωματείο Οικοδόμων Ναυπλίου. Εκκλησιαστικά ανήκει στον Ιερό ναό Ευαγγελίστριας Ναυπλίου.