Κέραμος, Εὐσέβιε Μάρτυς Κυρίου,
Εὐθὺς δὲ καὶ στέφανος ἐν τῇ σῇ κάρᾳ.
Εἰκάδι δευτερίῃ κεφαλὴν θλάσαν Εὐσεβίοιο.
Ο Άγιος Ευσέβιος, έζησε στους ταραγμένους χρόνους που η Εκκλησία υπέφερε από τις κακοδοξίες του Αρείου. Αυτοκράτορας την εποχή εκείνη ήταν ο γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, Κωνστάντιος, ο οποίος υποστήριζε τη δυσεβή αυτή αίρεση και κατεδίωξε σκληρά όσους έφεραν αντιρρήσεις και αντιστάθηκαν στις προθέσεις του. Ο Άγιος, ο οποίος ήταν επίσκοπος Σαμοσάτων διώχθηκε, υπέμεινε όμως με θαυμαστή καρτερία όλες τις κακουχίες και τις ταλαιπωρίες με την ελπίδα ότι η Ορθοδοξία θα εξέλθει στο τέλος νικήτρια. Όταν πέθανε ο αιρετικός και λαομίσητος Κωνστάντιος τον διαδέχθηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, ο οποίος θέλησε να επαναφέρει τη λατρεία των ειδώλων. Ο Ιουλιανός εξαπέλυσε φοβερότερους διωγμούς κατά των χριστιανών. Τότε νέες διώξεις άρχισαν για τον Ευσέβιο πολύ χειρότερες από τις προηγούμενες. όμως ο Άγιος παρέμεινε το ίδιο ακλόνητος. Τα ίδια συνέβησαν και με τον αυτοκράτορα Ουάλη, ο οποίος ήταν και αυτός θερμός υποστηρικτής των Αρειανών. Ο Άγιος για μία ακόμη φορά, κλήθηκε να υπερασπισθεί την καθαρότητα της ορθόδοξης πίστης. Για τους αγώνες του ο Ουάλης, τον απομάκρυνε από τον Επισκοπικό θρόνο του και τον εξόρισε σε κάποιο έρημο τόπο κοντά στον ποταμό Ίστρο. Μετά το θάνατο του Ουάλη ο Άγιος επανήλθε από την εξορία στην Επισκοπή του και άρχισε αμέσως την κάθαρση της επαρχίας του από τούς κακόδοξους αιρετικούς. Κάποια ημέρα, το έτος 380 μ.Χ., που περνούσε έξω από το σπίτι μιας αιρετικής γυναίκας, εκείνη τον κτύπησε με μίσος στο κεφάλι με μία μεγάλη πέτρα και με αποτέλεσμα τον ακαριαίο θάνατο του Αγίου και τη μετάβασή του «από τα λυπηρότερα προς τα θυμηθέστερα και τα τερπνά».